Ο Μανώλης Κ. Κεφαλογιάννης επικεφαλής της Κ.Ο. των ευρωβουλευτών της Νέας Δημοκρατίας κατέθεσε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ερώτηση σχετικά τις δυνατότητες κοινοτικής χρηματοδότησης που θα βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης, της ένταξης στο εκπαιδευτικό σύστημα και της ενσωμάτωσης των Ρομά που ζουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα τις βοηθήσουν να έχουν καλύτερες ευκαιρίες απασχόλησης, θα ενισχύσουν την κοινωνική προστασία και θα συνδράμουν στην εξάλειψη της ακραίας φτώχειας.
neakriti-news-image-aspx
Αναλυτικά η ερώτηση:

«Τις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν οι Ρομά στην Ευρώπη, καταδεικνύει νέα έκθεση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), βασισμένη σε συνεντεύξεις Ρομά σε εννιά χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

Σύμφωνα με την εν λόγω έκθεση, οι οικογένειες Ρομά ζουν σε αποτρόπαιες συνθήκες, αποκλεισμένες από την κοινωνία, ενώ τα παιδιά με περιορισμένη εκπαίδευση, έχουν μηδαμινές προοπτικές για το μέλλον.

Η Ευρώπη που υποδέχεται και φιλοξενεί χιλιάδες πρόσφυγες από τις εμπόλεμες περιοχές της Μέσης Ανατολής με αξιοπρέπεια παρουσιάζει πρόδηλη αδυναμία να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα των κοινοτήτων Ρομά.

Τα επίπεδα της φτώχειας, της περιθωριοποίησης και των διακρίσεων εις βάρος της μεγαλύτερης μειονότητας στην Ευρώπη καταδεικνύουν σοβαρή παραβίαση της νομοθεσίας και των πολιτικών της ΕΕ και των κρατών μελών της

Η έκθεση αναφέρει, επίσης, ότι οι περισσότεροι από τους στόχους κοινωνικής ενσωμάτωσης στους οποίους επικεντρώνεται το Ενωσιακό Πλαίσιο του 2011 για τις Εθνικές Στρατηγικές Κοινωνικής Ενσωμάτωσης των Ρομά δεν έχουν εκπληρωθεί.

Ερωτάται η Επιτροπή:

– Είναι σε γνώση της τα συμπεράσματα της Έκθεσης;

– Ποια χρηματοδοτικά εργαλεία ή κοινοτικοί πόροι μπορούν να εκταμιευθούν ώστε οι οικογένειες Ρομά να έχουν καλύτερες ευκαιρίες απασχόλησης και ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας για την εξάλειψη της φτώχειας καθώς, επίσης και στοχευμένη εκπαίδευση και κατάρτιση που θα βοηθήσει συγκεκριμένα τους νέους και τις γυναίκες Ρομά κατά τη μετάβασή τους από την πρωτοβάθμια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και στη συνέχεια κατά την αναζήτηση εργασίας;»