Το Βελιγράδι και η Πρίστινα πρέπει να καταβάλουν προσπάθειες για περεταίρω εξομάλυνση των σχέσεων τους, ενώ τα Σκόπια πρέπει να δεσμευθούν πλήρως για την εφαρμογή σημαντικών μεταρρυθμίσεων.

Σερβία

Με ψήφισμα που ενέκριναν με 524 ψήφους υπέρ, 70 κατά και 79 αποχές, οι ευρωβουλευτές χαιρετίζουν την πρόσφατη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ Βελιγραδίου- Πρίστινας, καθώς και την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της έναρξης των εργασιών στον τομέα της δικαιοσύνης και των θεμελιωδών δικαιωμάτων, κεφάλαια τα οποία είναι καίριας σημασίας για τη διαδικασία προσχώρησης στην Ένωση.

Καλούν τις σερβικές αρχές να δημιουργήσουν ένα κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο για την απορρόφηση των κονδυλίων του μηχανισμού προενταξιακής βοήθειας (IPA).

Ζητούν από τη Σερβία να ευθυγραμμίσει την εξωτερική της πολιτική με αυτήν της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής της για τη Ρωσία, να διασφαλίσει την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και να αναθεωρήσει το Σύνταγμά της προκειμένου να διασφαλισθεί η ανεξαρτησία των βασικών θεσμικών οργάνων και η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Κοσσυφοπέδιο

Οι ευρωβουλευτές χαιρετίζουν την έναρξη ισχύος της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης (ΣΣΣ) ΕΕ-Κοσσυφοπεδίου την 1η Απριλίου 2016, καθώς και την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ελευθέρωση του καθεστώτος θεωρήσεων διαβατηρίου (βίζα), για τους πολίτες του Κοσσυφοπεδίου, παρότι δεν έχουν ακόμη επιτευχθεί ορισμένα σημαντικά κριτήρια.

Εκφράζουν την ανησυχία τους για τη συνεχιζόμενη ακραία πόλωση του πολιτικού τοπίου και εκφράζουν τη λύπη τους «για τον αργό ρυθμό των προσπαθειών που καταβάλλει το Κοσσυφοπέδιο για την οικοδόμηση επαρκούς και αποτελεσματικής διοικητικής ικανότητας». Καταδικάζουν τη βίαιη διακοπή αυτών των προσπαθειών από ορισμένα μέλη της αντιπολίτευσης που έλαβε χώρα στο Κοινοβούλιο του Κοσσυφοπεδίου κατά το πρώτο εξάμηνο του 2016.

Οι ευρωβουλευτές σημειώνουν επίσης ότι πέντε κράτη μέλη της ΕΕ δεν έχουν ακόμη αναγνωρίσει το Κοσσυφοπέδιο, προσθέτοντας ότι η αναγνώρισή του από το σύνολο των χωρών της ΕΕ θα αυξήσει την αξιοπιστία της εξωτερικής της πολιτικής και θα συμβάλει στην εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Κοσσυφοπεδίου και Σερβίας.

Το ψήφισμα εγκρίθηκε με 474 ψήφους υπέρ, 134 κατά και 64 αποχές.

ΠΓΔΜ

Οι ευρωβουλευτές χαιρετίζουν τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης στις 31 Μαΐου 2017 και παροτρύνουν όλα τα πολιτικά κόμματα «να ενεργούν με πνεύμα συμφιλίωσης προς το κοινό συμφέρον όλων των πολιτών και να συνεργάζονται με την κυβέρνηση για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη χώρα και στους θεσμούς της».

Καλούν τη νέα κυβέρνηση να συνεχίσει τις προσπάθειες για ένταξη στην ΕΕ και να δεσμευθεί πλήρως για την διενέργεια σημαντικών μεταρρυθμίσεων στους τομείς του κράτους δικαίου, της δικαιοσύνης, της διαφθοράς, των θεμελιωδών δικαιωμάτων, των εσωτερικών υποθέσεων και των σχέσεων καλής γειτονίας.

Εφόσον υπάρξει απτή πρόοδος στην εφαρμογή της συμφωνίας του Pržino και των Επειγουσών Μεταρρυθμιστικών Προτεραιοτήτων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα στηρίξει την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, αναφέρει το ψήφισμα που εγκρίθηκε με 503 ψήφους υπέρ, 113 κατά και 45 αποχές.

Αναφορικά με το 2016, οι ευρωβουλευτές εκφράζουν τη λύπη τους για τη συνεχιζόμενη οπισθοδρόμηση στη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος και αποδοκιμάζουν τις επαναλαμβανόμενες πολιτικές παρεμβάσεις στο έργο της δικαιοσύνης, μεταξύ άλλων στον διορισμό και την προαγωγή δικαστών και εισαγγελέων. Εκφράζουν την ανησυχία τους για τις πολιτικές επιθέσεις και τη διοικητική και δικαστική παρεμπόδιση του έργου της ειδικής εισαγγελίας της χώρας.

Το ζήτημα της ονομασίας

Το ΕΚ εκφράζει ικανοποίηση για τα «απτά αποτελέσματα της πρωτοβουλίας για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ της χώρας και της Ελλάδας, που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην καλύτερη κατανόηση και στην ενίσχυση των διμερών σχέσεων, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για μια αμοιβαία αποδεκτή λύση στο ζήτημα της ονομασίας».

Επαναλαμβάνει την έκκλησή του στην Ύπατη Εκπρόσωπο της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και στην Επιτροπή «να αναπτύξουν νέες πρωτοβουλίες για την υπέρβαση των υπόλοιπων διαφορών και να εργαστούν, μαζί με τις δύο χώρες και τον ειδικό εντεταλμένο του ΟΗΕ, με σκοπό μια αμοιβαία αποδεκτή λύση στο ζήτημα της ονομασίας».