Την αναγκαιότητα αξιοποίησης του πολλαπλασιαστικού υλικού, καθώς και της προστασίας των φυτογενετικών πόρων και της βιοποικιλότητας που διαθέτει η χώρα μας επεσήμανε, μεταξύ άλλων, ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Βαγγέλης Αποστόλου, κατά την ομιλία του στα εγκαίνια της Τράπεζας Διατήρησης Γενετικού Υλικού που πραγματοποιήθηκαν σήμερα, στο Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων του ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ, στη Θέρμη Θεσσαλονίκης.

Ο κ. Αποστόλου τόνισε πως αποτέλεσε διακηρυγμένη προτεραιότητα για το ΥΠΑΑΤ η λειτουργία της Τράπεζας Γενετικού Υλικού η οποία αποτελεί, όπως πρόσθεσε χαρακτηριστικά, «την κιβωτό μέσω της οποίας θα διατηρηθεί το πολλαπλασιαστικό υλικό της χώρας μας».

Επισημαίνεται ότι στην τελετή εγκαινίων της Τράπεζας Διατήρησης Γενετικού Υλικού, που πραγματοποιήθηκε με τη μεγάλη συμμετοχή επιστημόνων και ερευνητών, παραβρέθηκαν επίσης ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων κ. Γιάννης Τσιρώνης, ο Γενικός Γραμματέας του ΥΠΑΑΤ κ. Νίκος Αντώνογλου, ο Γενικός Γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων κ. Χαράλαμπος Κασίμης, η βουλευτής Πιερίας του ΣΥΡΙΖΑ κ. Μπέττυ Σκούφα, ο Δήμαρχος Θέρμης κ. Θεόδωρος Παπαδόπουλος και ο πρώην Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Αθανάσιος Τσαυτάρης.

Ακολουθεί ολόκληρη η Ομιλία του Υπουργού:

«Επιτρέψτε μου με αφορμή τα εγκαίνια της Τράπεζας Διατήρησης Γενετικού Υλικού (ΤΓΥ), να μοιραστώ μαζί σας μερικές σκέψεις για το παρόν και το μέλλον του χώρου που από διάφορες πλευρές εκπροσωπούμε.
Οι σπόροι και οι ποικιλίες φυτών στη γεωργία, κατά τους προηγούμενους αιώνες, ανήκαν σε κοινή χρήση. Με την έννοια ότι στο παρελθόν οι αγρότες των παλαιότερων γενιών ό,τι επέλεγαν και βελτίωναν, από το γενετικό υλικό της φύσης, το κληρονομούσαν στις επόμενες γενιές των αγροτών-συνήθως της κοινότητάς τους.
Όμως όλο αυτό το γενετικό υλικό που βελτιώθηκε στα χιλιάδες προηγούμενα χρόνια της ανθρώπινης γεωργίας, και βρισκόταν σε κοινή αγροτική χρήση «απαλλοτριώθηκε» επί της ουσίας, από σύγχρονες μεγάλες εταιρείες σποροπαραγωγής, μέσω κυρίως των υβριδίων και της γενετικής τροποποίησης που το μετέτρεψαν σε πλήρη ιδιοκτησία, που προστατεύεται από νόμους πνευματικών δικαιωμάτων και ευρεσιτεχνίας, σχεδόν παντού στον κόσμο.

Και σήμερα ο μεγαλύτερος παραγωγός σπόρων στον κόσμο κατέχει μερίδιο αγοράς πάνω από 20% και η τάση είναι όλο και περισσότερο προς την μονοπώληση.

Δεν μπορούμε λοιπόν παρά να στηρίξουμε και να αγωνισθούμε να διατηρήσουμε, να αναπαράγουμε και να βελτιώσουμε τους «ελεύθερους» σπόρους και ποικιλίες. Σαν κοινή κληρονομιά μας από την φύση και τους αγρότες του παρελθόντος, ώστε όχι μόνο να έχουμε στο παρόν μεγάλη ποικιλία σπόρων, ποικιλιών και καλλιεργειών, αλλά να τους κληρονομήσουμε και στο μέλλον στις επόμενες γενιές των παραγωγών.

Στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής, κοντά στο κέντρο καταγωγής και εξημέρωσης των καλλιεργούμενων ειδών, η Ελλάδα αποτέλεσε κέντρο αρχικής διασποράς και εξάπλωσης πολλών σημαντικών καλλιεργειών και σημαντικό σημείο βιοποικιλότητας. Η χώρα μας διαθέτει μια πλούσια βιοποικιλότητα φυτικών ειδών, καθώς και πολλά αυτοφυή είδη.
Το γεωμορφολογικό ανάγλυφο της χώρας, η ποικιλία των μικρο-κλιματικών συνθηκών, οι ήπιες ανθρώπινες παρεμβάσεις και ο κατακερματισμένος κλήρος, συνέβαλαν εξελικτικά στην ενίσχυση της φυτικής βιοποικιλότητας.

Η Ελλάδα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κέντρα ενδημισμού της Ευρώπης και της Μεσογείου με 1.278 ενδημικά είδη, ποσοστό 22,2% του συνολικού αριθμού των φυτικών ειδών. Συνεπώς, η χώρα μας διαθέτει ένα πλούτο φυτογενετικών πόρων, μια κληρονομιά που αναμένει τη συστηματική και αειφόρο αξιοποίησή της.

Ένα μεγάλο μέρος αυτής της βιοποικιλότητας διατηρείται στην Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού (ΤΓΥ), που αποτελεί το συντονιστικό εκτελεστικό όργανο για την προστασία και διατήρηση των φυτογενετικών πόρων της χώρας μας. Η προστασία των φυτογενετικών πόρων είναι σήμερα ιδιαίτερης σημασίας, ενόψει των κλιματικών αλλαγών και της αύξησης του ανθρώπινου πληθυσμού, για τη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας και την ενίσχυση της γεωργίας σε παγκόσμια κλίμακα.

Συνεπώς, ξέχωρα σημαντικός είναι και ο ρόλος των Τραπεζών Γενετικού Υλικού, όπου διατηρούνται εκτός τόπου οι φυτογενετικοί πόροι, δηλαδή μακριά από τον τόπο συλλογής τους, ως δείγματα με τη μορφή σπερμάτων για είδη που διαθέτουν “ορθόδοξους” σπόρους.

Οι Τράπεζες Γενετικού Υλικού στοχεύουν στη διατήρηση γενετικού υλικού φυτών και στη βιωσιμότητά του, γιατί το ενδογενές αυτό γενετικό υλικό, αυτονόητα προσαρμοσμένο στις τοπικές συνθήκες , θα είναι διαθέσιμο για αναπαραγωγή είτε σε περιπτώσεις δύσκολων συνθηκών και σημερινών ή μελλοντικών αναγκών. Ή ακόμη και μόνο για διατήρηση καλλιεργειών που κινδυνεύουν να χαθούν λόγω αντικατάστασής τους από καινούργιες πιο αποδοτικές ή για τη διατήρηση κάποιου αγρονομικού χαρακτηριστικού ενός φυτού, που στην ουσία τους αποτελούν Εθνικό πλούτο, σύνδεση με την ιστορία και τον πολιτισμό.

Επί της ουσίας οι ΤΓΥ αποτελούν μια θεσμική αντιπρότασή στην κυρίαρχη τάση, μια ρωγμή στην απόδοση των σπόρων από το νομικό σύστημα στον ιδιωτικό τομέα, για να διατηρήσουμε τη βιοποικιλότητα και να πετύχουμε την επισιτιστική ασφάλεια με προσαρμογή της γεωργίας στην επερχόμενη κλιματική αλλαγή.

Αυτό που γινόταν ως ένα βαθμό μέχρι σήμερα στην Ελλάδα, για τη διατήρηση και διάδοση των τοπικών σπόρων και ποικιλιών, να μπορέσουμε δηλαδή κάποιο σημαντικό γενετικό υλικό που έχει διασωθεί μέχρι σήμερα να το προστατέψουμε, οφείλουμε να το διευρύνουμε να το μεγιστοποιήσουμε, εγγράφοντας το στον Εθνικό Κατάλογο Ποικιλιών, σύμφωνα με τον αντίστοιχο νόμο του 2009 που τροποποιήθηκε το 2014 με τη συνεργασία του Δημόσιου φορέα του ΕΛΓΟ – ΔΗΜΗΤΡΑ, με ομάδες παραγωγών και συνεταιρισμούς, δίκτυα διατήρησης και ανταλλαγής σπόρων, την Τοπική Αυτοδιοίκηση κ.α.
Η λειτουργία της Τράπεζας Γενετικού Υλικού με διεθνείς προδιαγραφές, εδώ στο νέο κτίριο, στη Θέρμη Θεσσαλονίκης, αποτελεί διακηρυγμένη προτεραιότητα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς η γεωργική βιοποικιλότητα συνιστά παραγωγικό και περιβαλλοντικό στόχο αλλά ταυτόχρονα και στρατηγική επιλογή.
Σκοπός της ΤΓΥ είναι η συλλογή, διάσωση, διατήρηση και προστασία των φυτογενετικών πόρων της χώρας, η καλλιέργεια και αξιολόγησή τους και η δημιουργία ενιαίας βάσης δεδομένων φυτικών ειδών.
Έτσι οι πρώτες άμεσες δράσεις που πρέπει να υλοποιηθούν είναι η επισκευή και συντήρηση του κτιρίου και του ηλεκτρομηχανολογικού εξοπλισμού καθώς και η ολοκλήρωση των υπολειπόμενων εγκαταστάσεων που παρέμειναν έωλες στη φθορά του χρόνου λόγω της μη λειτουργίας τους τα τελευταία δέκα χρόνια.
Στη συνέχεια θα ακολουθήσει η μεταστέγαση των συλλογών στους ψυκτικούς θαλάμους στο νέο κτίριο, η λειτουργία των εργαστηρίων και των κλωβών απομόνωσης για να καταστεί δυνατή η ανανέωση, αξιολόγηση και αξιοποίηση του διατηρουμένου γενετικού υλικού, καθώς και η αγορά του απαραίτητου εξοπλισμού, ώστε να καταστεί δυνατή και η εύρυθμη λειτουργία της.
Ήδη έχουν διατεθεί οι πρώτοι μικροί πόροι για την αποκατάσταση της κτιριακής υποδομής και τη λειτουργία των μηχανημάτων ψύξης και παρά την καθυστέρηση λόγω άλλων ευνόητων σε ένα βαθμό προτεραιοτήτων του Υπουργείου , θα ακολουθήσουν οι υπόλοιπες εργασίες πλήρους λειτουργίας της με την υπογραφή της Προγραμματικής Σύμβασης μεταξύ ΕΛΓΟ και ΥΠΑΑΤ, αλλά και την αξιοποίηση προγραμμάτων.
Αγαπητοί φίλοι, φίλες και συνεργάτες, στην προσπάθεια μιας φυσιολογικής παραγωγικής αναγέννησης της υπαίθρου, σε μια χώρα με πλούσια, αξεπέραστη θα έλεγα βιοποικιλότητα και μεγάλο αριθμό αυτοφυών και καλλιεργούμενων ειδών, είναι παραπάνω από απαραίτητο η σωστή και ολοκληρωμένη λειτουργία μιας Εθνικής Τράπεζας Γενετικού Υλικού, με τη δυνατότητα να συγκεντρώνει, να διατηρεί και διαθέτει γενετικό υλικό από όλη την Ελλάδα.
Ευελπιστούμε πολύ σύντομα, το νέο κτίριο της Τράπεζας Γενετικού Υλικού στη Θέρμη, να μπορέσει να εξελιχθεί σε κομβικό και εθνικό σημείο αναφοράς και διατήρησης ελληνικού γενετικού υλικού και χρησιμοποιώντας τις δημόσιες παραγωγικές αναξιοποίητες γαίες να εγγυηθούμε την μεγαλύτερη αξιοποίηση του.
ιατί το έχουμε ανάγκη και γι’ αυτό θα το επαναφέρουμε στο προσκήνιο.
Να αποδείξουμε ότι μπορούμε να το πραγματοποιήσουμε με συνεργασία της επιστημονικής κοινότητας και της πολιτείας, κάνοντας ο καθένας από το δικό του μετερίζι το χρέος του.

Με τις σκέψεις αυτές εγκαινιάζω την Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού.»