Στις σημερινές συνθήκες, η αειφόρος ανάπτυξη των αγροτικών περιοχών της Ελληνικής υπαίθρου μπορεί να αποτελέσει λύση για την αύξηση της ευμάρειας, μέσω επιδίωξης της οικονομικής ανάπτυξης, με ταυτόχρονο σεβασμό στην προστασία του περιβάλλοντος.

Στο πλαίσιο αυτό η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας στις αγροτικές περιοχές μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης των περιοχών αυτών. Ωστόσο, η επιχειρηματικότητα για να ευδοκιμήσει απαιτεί ένα ευνοϊκό περιβάλλον με ανεπτυγμένη την επιχειρηματική συνείδηση, με κατάλληλο κλίμα, υποδομές και την απαιτούμενη θεσμική υποστήριξη.
Υιοθετώντας στοχευμένες πολιτικές, η Κεντρική Κυβέρνηση μπορεί να επιτύχει την αποδοτικότερη χρήση διαθέσιμων πόρων, με στόχο τη δημιουργία βιώσιμων επιχειρήσεων αγροτικού τομέα σε όλες τις αγροτικές Περιφέρειες.
Σημαντικός παράγοντας για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας στις αγροτικές περιοχές είναι οι διάφορες δυνατότητες χρηματοδότησης. Δεν υφίστανται περιθώρια για αναξιοποίητους ευρωπαϊκούς πόρους. Παρατηρείται όμως σήμερα μεγάλη καθυστέρηση για την χώρα μας στην αξιοποίηση των πόρων και των δυνατοτήτων που παρέχει το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥπΑΑΤ, έως σήμερα έχουν προκηρυχτεί μόνο οι 17 από τις 65 Δράσεις του ΠΑΑ (ποσοστό 26,15%). Συνεπώς η πλειονότητα των αναπτυξιακών δράσεων για την προγραμματική περίοδο 2014 – 2020 δεν έχουν ακόμη δρομολογηθεί. Υπάρχουν, δηλαδή, σημαντικοί πόροι που λιμνάζουν παραμένοντας αναξιοποίητοι.
Επιτακτική ανάγκη, γι’ αυτό και προτεραιότητα μας, η άμεση ενεργοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων, ιδιαιτέρως εκείνων που αφορούν σε επενδύσεις ιδιωτών. Πόρων που στηρίζουν τη «μικρή» επιχειρηματικότητα, που δημιουργούν και διατηρούν θέσεις απασχόλησης και οικογενειακά εισοδήματα στις αγροτικές περιοχές, συμβάλλοντας στην επίτευξη της κοινωνικής συνοχής.
Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί το Υπομέτρο 6.2 «Ενίσχυση εκκίνησης επιχείρησης για μη γεωργικές δραστηριότητες σε αγροτικές περιοχές», με σύνολο διαθέσιμων πόρων έως 40 εκ. ευρώ.
Το Υπομέτρο αυτό αφορά στην παροχή κατ΄ αποκοπή ποσού για τη στήριξη της «μικρής» επιχειρηματικότητας (εκκίνηση νέας επιχείρησης) σε επιλεγμένους τομείς του δευτερογενή και τριτογενή τομέα, με δικαιούχους γεωργούς ή άλλα φυσικά πρόσωπα ήδη εγκατεστημένα σε αγροτικές περιοχές.
Στόχος να παραμείνουν οι κάτοικοι σε αυτές τις αγροτικού χαρακτήρα περιοχές, και να αναπτύξουν μη γεωργικές δραστηριότητες, δημιουργώντας απασχόληση και εισόδημα.
Ειδικότερα, στοχεύει:
• Στη στήριξη γεωργών και γεωργικών εκμεταλλεύσεων.
• Στη στήριξη μικρών αγροτικών κοινοτήτων (έως 5 χιλ. κάτοικοι) δίνοντας προτεραιότητα σε όσες αντιμετωπίζουν διαρθρωτικά προβλήματα, όπως ορεινές, νησιωτικές, πολύ μικρές.
• Στην υποβοήθηση της τοπικής ανάπτυξης μέσω της ενθάρρυνσης οικονομικών δραστηριοτήτων.
• Στην υποστήριξη της νεανικής και γυναικείας απασχόλησης.
Επιπλέον, βασικές κατευθύνσεις του ανωτέρω Υπομέτρου 6.2 αποτελούν η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και η υποστήριξη της κοινωνικής συνοχής.
Ενδεικτικά, κάποιες κατηγορίες δραστηριοτήτων που δύναται να ενισχυθούν είναι:
• Δραστηριότητες εμπορίας και μεταποίησης προς μη γεωργικά προϊόντα, όπως κατασκευή προϊόντων ένδυσης, σαπουνιών, κεραμικών, επίπλων, κοσμημάτων.
• Παροχή υπηρεσιών και μικρής κλίμακας λιανεμπορίου, όπως υπηρεσίες γεωτεχνικών, λογιστών, αρχιτεκτόνων, κτηνιάτρων, ιατρών, εκπαίδευσης.
• Δραστηριότητες σχετικά με τον πολιτισμό, την αναψυχή και τον τουρισμό, όπως καταλύματα, ενοικίαση ειδών αναψυχής, διοργάνωση εκδηλώσεων.
• Δραστηριότητες μεταποίησης προς μη γεωργικά προϊόντα, εστίασης και λιανικής πώλησης ποτών και τροφίμων, όπως γαλακτοπωλεία, ζαχαροπλαστεία, αρτοποιία.
Η Νέα Δημοκρατία αντιλαμβάνεται την έντονη σημασία της ουσιαστικής ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας στις αγροτικές μας περιοχές, στην προσπάθεια να καταστεί ο αγροτικός τομέας βιώσιμος πυλώνας ανάπτυξης της υπαίθρου και αρωγός στην έξοδο της χώρας μας από την κρίση.
Προς αυτή την κατεύθυνση, βασική δέσμευσή μας είναι η άμεση ενεργοποίηση των Μέτρων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020, τα οποία σήμερα ([δεν λαμβάνουν την απαιτούμενη προσοχή, βρίσκονται «στα συρτάρια» του Υπουργείου]), παρότι περιλαμβάνουν δράσεις όπως οι προαναφερόμενες.
Στη Νέα Δημοκρατία, οι δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει στο Πρόγραμμά μας για τον πρωτογενή τομέα αφορούν:
• μείωση του φορολογικού συντελεστή στα επιχειρηματικά κέρδη από το 29% στο 20%, εντός 2 ετών,
• τη θέσπιση εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή 9% μέχρι τις 10.000 ευρώ για τα φυσικά πρόσωπα,
• μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30%, εντός 2 ετών,
• κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο κρασί,
• διασφάλιση εγγυητικών κεφαλαίων δανειοδότησης και επαρκούς χρηματοδότησης του αγροτικού τομέα,
• ενθάρρυνση – και φορολογική – της σύστασης Ομάδων και Οργανώσεων Παραγωγών,
• σύνδεση των κρατικών ελέγχων για τους νέους επιχειρηματίες (κάτω των 35 ετών) με παροχή συστάσεων και επανέλεγχο ύστερα από μια καθορισμένη περίοδο συμμόρφωσης, και όχι με άμεση επιβολή προστίμου,
• θεσμοθέτηση ενός σύγχρονου πλαισίου λειτουργίας για τους «επιχειρηματικούς αγγέλους»,
• συνολική αναθεώρηση του πλαισίου λειτουργίας για τις δομές υποστήριξης της επιχειρηματικότητας,
• θέσπιση αφορολογήτου για τα διανεμηθέντα κέρδη νεοφυών επιχειρήσεων,
• θέσπιση αφορολογήτου για τα κέρδη από των πώληση μετοχών νεοφυών επιχειρήσεων.
• υποστήριξη της σύνδεσης της αγροτικής παραγωγής με άλλους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.
Όλα τα ανωτέρω αποδεικνύουν στην πράξη ότι η Νέα Δημοκρατία έχει στο κέντρο του προγράμματός της για την αγροτική πολιτική τη μέγιστη συμβολή των διαθέσιμων διαρθρωτικών πόρων για την αναστροφή του κλίματος ύφεσης, και ταυτόχρονα για την ανάπτυξη των αγροτικών μας περιοχών, μέσα από στοχευμένες και πολλαπλασιαστικού χαρακτήρα παρεμβάσεις, με βασική στρατηγική επιδίωξη την ανάπτυξη, τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και την αποκατάσταση της τρωθείσας από την κρίση κοινωνικής συνοχής της Ελληνικής υπαίθρου.