Τοποθέτηση της βουλευτή κατά τη συζήτηση της επίκαιρης επερώτησης 51 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ με τίτλο: «Η ανυπαρξία πολιτικής της κυβέρνησης προκαλεί τον αγροτικό κόσμο και αυξάνει την δυσαρέσκειά του»

Κατά τη συζήτηση της επίκαιρης επερώτησης 51 βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, με θέμα «Η ανυπαρξία πολιτικής της κυβέρνησης προκαλεί τον αγροτικό κόσμο και αυξάνει την δυσαρέσκειά του» που πραγματοποιήθηκε στη Βουλή, η βουλευτής Πέλλας με τον ΣΥΡΙΖΑ κ. Θεοδώρα Τζάκρη αναφέρθηκε στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει, γενικά, ο αγροτικός κόσμος, ενώ, παράλληλα, επανέφερε στον Υπουργό τα προβλήματα που ταλαιπωρούν τους ροδακινοπαραγωγούς.
Η βουλευτής, εκκινώντας την τοποθέτησή της ανέφερε: «Ο χειμώνας αυτός ήταν για τον αγροτικό κόσμο όλης της χώρας, τον κόσμο της ελληνικής περιφέρειας ο χειρότερος της τελευταίας δεκαετίας για συγκεκριμένους λόγους: Το κοινωνικό μέρισμα δεν καταβλήθηκε και έλλειψε κι από τα νοικοκυριά και συνακόλουθα κι από την αγορά και το εισόδημα των αγροτών στα Τάρταρα: η τιμή του λαδιού κατρακύλησε στα 2,10 ευρώ το κιλό σε μια καλή χρονιά και από άποψη ποσότητας κι από άποψη ποσότητας, το βαμβάκι, το εθνικό μας προϊόν, πωλήθηκε στην εξωφρενική και αδικαιολόγητη τιμή των 37 λεπτών το κιλό, τη στιγμή που η χρηματιστηριακή του αξία ξεπέρασε τα 60 cents του δολαρίου.
Ωστόσο, όπως ήδη ακούσαμε τα προβλήματα εξακολουθούν να συσσωρεύονται σε όλα σχεδόν τα σημαντικά προϊόντα στο ελαιόλαδο, στο βαμβάκι, στην κτηνοτροφία».
Στη συνέχεια, αναφερόμενη στη μεγάλη σημασία της καλλιέργειας ροδακίνου, τόσο για την εθνική οικονομία, όσο και για τις τοπικές κοινωνίες της Μακεδονίας, επισήμανε στον κ. Βορίδη τους προσεκτικούς χειρισμούς και τη σοβαρή προσέγγιση που απαιτείται από πλευράς του Υπουργείου για την επίλυση των προβλημάτων διάθεσης του προϊόντος που γίνονται όλο και πιο έντονα τα τελευταία χρόνια.
Η βουλευτής αναφέρθηκε για ακόμη μια φορά στις αντίξοες καιρικές συνθήκες, στο ρωσικό εμπάργκο, στην προσφιλή τακτική της βιομηχανίας να προσφέρει χαμηλές τιμές για την αγορά της πρώτης ύλης, ως τα βασικά αίτια που παρεμποδίζουν την ικανοποιητική διάθεση του προϊόντος, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του αγροτικού εισοδήματος πάνω από 30%.
Επισημαίνοντας ότι οι ενισχύσεις deminimis αναμφισβήτητα έχουν βοηθήσει στη στήριξη του αγροτικού εισοδήματος των ροδακινοπαραγωγών επανέλαβε ακόμη μια φορά την κατάφορη αδικία για την εξαίρεση των παραγωγών συμπύρηνου ροδάκινου.
Παράλληλα, η κ. Τζάκρη υπογράμμισε την ανάγκη υιοθέτησης πολιτικών που θα βοηθήσουν μακροπρόθεσμα τη βιωσιμότητα της καλλιέργειας. Μέτρα όπως:
– Η υλοποίηση ενός προγράμματος αναδιάρθρωσης του επιτραπέζιου ροδάκινου ώστε οι παραγωγοί να προχωρήσουν σε εκρίζωση μέρους της καλλιέργειας ροδάκινων και επαναφύτευσης άλλων καλλιεργειών που ζητά η αγορά. Για το θέμα αυτό παρέπεμψε σε επιστολή του προηγούμενου Επιτρόπου Hogan ο οποίος παραδέχεται ότι μέρος της διαρθρωτικής ανισορροπίας στη ροδακινοκαλλιέργειας λόγω του ρωσικού εμπάργκο.
– Η οργάνωση των παραγωγών ώστε οι παραγωγοί να ισχυροποιήσουν τη θέση τους και να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους κατά τις διαπραγματεύσεις για τη διάθεση της παραγωγής τους,
– Η ουσιαστική ενεργοποίηση της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Πυρηνοκάρπων ως η πραγματική πλατφόρμα διαλόγου και άρση των αντιθέσεων ανάμεσα στους παραγωγούς και τους άλλους κρίκους που μεσολαβούν στην εφοδιαστική αλυσίδα μέχρι τη διάθεση του τελικού προϊόντος. Είναι ένα εργαλείο για να αντιμετωπιστούν οι Αθέμιτες Εμπορικές Πρακτικές που έχουν αναγνωριστεί ως η βασική αιτία των προβλημάτων που βιώνει ο παραγωγός στο εμπορικό μέρος διαχείρισης της παραγωγής του και να περιοριστούν τα φαινόμενα «καρτελοποίησης».
– Οι συνδεδεμένες ενισχύσεις που θα μπορούσαν να ανακουφίσουν επιπλέον τους παραγωγούς
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στη μεγάλη σημασία της ΚΑΠ για την ελληνική γεωργία με την εισροή κάθε χρόνο στη χώρα πάνω από 2,5 δις ευρώ. Σημείωσε ότι μέσα στο 2020, πρόκειται να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για την ΚΑΠ της περιόδου 2021-27, η οποία θα είναι περισσότερο απαιτητική κυρίως με το νέο μοντέλο εφαρμογής της, το στρατηγικό σχέδιο που πρέπει να υποβληθεί, τους περιβαλλοντικούς στόχους της, τα μετρήσιμα αποτελέσματα κλπ. Με δεδομένο ότι η επόμενη ημέρα για την ΚΑΠ θα είναι τελείως διαφορετική από την υφιστάμενη με το στρατηγικό σχέδιο και την εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση για τις όποιες επιλογές μας ως Χώρα, επισήμανε τον κίνδυνο απώλειας πολύτιμων πόρων αν δεν γίνει έγκαιρη υποβολή του στρατηγικού σχεδίου ή έχουμε πλημμελή εφαρμογή του. Λόγω της σοβαρότητας του θέματος, ζήτησε από τον Υπουργό το επόμενο διάστημα, ενημέρωση σε τακτική βάση τόσο για τις εξελίξεις των συζητήσεων για την ΚΑΠ όσο και την πορεία ολοκλήρωσης του εθνικού στρατηγικού σχεδίου.
Στην απάντηση του ο Υπουργός σημείωσε ότι γνωρίζει τα προβλήματα διάθεσης που αντιμετωπίζουν τα διάφορα προϊόντα, ωστόσο ανέφερε ότι το σημαντικότερο ρόλο όσον αφορά στη διάθεση της παραγωγής παίζει η αγορά.
Στη δευτερολογία της η κ. Τζάκρη αναφέρθηκε επίσης στο ασφαλιστικό και στις νέες διατάξεις του, που ουσιαστικά ελαφρύνει και ενισχύει τα υψηλότερα αγροτικά εισοδήματα σε αντίθεση με το νόμο Κατρούγκαλου που συνέδεε τις ασφαλιστικές εισφορές με το φορολογητέο εισόδημα. Η βουλευτής ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ο νόμος Κατρούγκαλου πράγματι συνέδεσε τις ασφαλιστικές εισφορές με το φορολογητέο εισόδημα. Και πράγματι το 5% των ασφαλισμένων που δήλωναν καθαρό εισόδημα πάνω από 50.000- 60.000 ευρώ έδινε περισσότερα από ότι παλιά. Για το 95% των αγροτών υπήρχε μείωση σημαντική σε μια χώρα που οι αγρότες δηλώνουν εκεί ως 10.000 καθαρά έσοδα το χρόνο και καλύπτονται από το αφορολόγητο.
Τώρα τι θα κάνετε εσείς: Για το 5% μειώνετε τις ασφαλιστικές εισφορές ακόμη και σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά που ίσχυαν προ της κρίσης και για το 95% μόλις και μετά βίας ο αγροτικός κόσμος γλίτωσε από έναν διπλασιασμό των ασφαλιστικών του εισφορών από τα 110 ευρώ στα 220 ευρώ το μήνα και δεν ξέρουμε τι θα γίνει και του χρόνου.
Για να το καταλάβει όμως ο κόσμος και για να μη το μπερδεύουμε με τη χρυσόσκονη καταβάλοντας κανείς 110 ευρώ το μήνα ασφαλιστικές εισφορές δεν θα παίρνει τη σύνταξη που θα έπαιρνε με το Νόμο Κατρούγκαλου.
Κι αν μάλιστα είναι ελεύθερος επαγγελματίας πρέπει να πληρώνει ασφαλιστικές εισφορές 560 ευρώ το μήνα για να παίρνει τη σύνταξη που θα έπαιρνε με το νόμο Κατρούγκαλου».