Να μην αφήσουμε να ξανασυμβεί πυρηνικό ατύχημα, τονίζει, με αφορμή την επέτειο του τραγικού ατυχήματος του Τσερνομπίλ και των συνεπειών του, ο υποψήφιος Περιφερειάρχης Κ. Μακεδονίας Μιχάλης Τρεμόπουλος.
Κρατάνε τα κέρδη και μας στέλνουν το λογαριασμό, συνεχίζει, και καλεί την ελληνική κοινωνία σε εγρήγορση για την αποτροπή κάθε σχεδίου εισαγωγής της πυρηνικής ενέργειας στην Ελλάδα και ταυτόχρονα στην υποστήριξη κάθε προσπάθειας για μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και εφαρμογής ανανεώσιμων μορφών παραγωγής ενέργειας στην χώρα, της οποίας το απόλυτο πλεονέκτημα είναι ο ήλιος, ο άνεμος, τα νερά και το φυσικό της περιβάλλον.
Οι μεγάλες επιχειρήσεις που προμηθεύουν πυρηνικούς αντιδραστήρες θα πρέπει να θεωρηθούν συνυπεύθυνες για τις επιπτώσεις των πυρηνικών ατυχημάτων, μαζί με τις εταιρείες που λειτουργούν τους αντιδραστήρες. Εταιρείες όπως General Electric, Hitachi, Toshiba που προμήθευσαν τους αντιδραστήρες της Φουκουσίμα πρέπει να πληρώσουν μέρος του κόστους της απορρύπανσης και των αποζημιώσεων.
Είναι καιρός να επιβάλουμε σε ολόκληρη την πυρηνική βιομηχανία να ανταποκριθεί στις ηθικές και οικονομικές της ευθύνες. Δεν μπορούμε να επιτρέπουμε να ιδιωτικοποιούν τα κέρδη και να κοινωνικοποιούν τις ζημιές, όπως έγινε και με την κρίση, τονίζει ο πρώην ευρωβουλευτής.
28 χρόνια μετά το πυρηνικό ατύχημα του Τσερνομπίλ, που έχει αφήσει βαθειά τα σημάδια του πάνω μας, έχει ιδιαίτερη σημασία να δηλώσουμε για μια ακόμη φορά την καθολική αντίθεσή μας στην Πυρηνική Ενέργεια. Στις σχεδόν τρεις δεκαετίες που ακολούθησαν το καταστροφικό ατύχημα, πλήθος ατυχημάτων μεσαίας κλίμακας αλλά και ένα άλλο εξίσου σημαντικό ατύχημα, αυτό της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία, επιβεβαίωσαν ότι ελάχιστη πρόοδος έχει επιτευχθεί σε επίπεδο τεχνολογίας και οργάνωσης της κοινωνίας που να δικαιολογεί την εμπιστοσύνη μας σε αυτήν την τεχνολογία. Αλλά και η επανεμφάνιση της ραδιενέργειας που είχε συσσωρευτεί στα ελληνικά δάση στην ατμόσφαιρα των ελληνικών πόλεων, όπως η Θεσσαλονίκη, με την καύση προϊόντων λαθροϋλοτομίας σε τζάκια και ξυλόσομπες, δείχνει ότι οι επιπτώσεις επιμένουν και σήμερα ακόμη.
Στις μέρες μας, με το ενεργειακό ζήτημα να κατακτά το επίκεντρο των συζητήσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, χρειάζεται δυστυχώς και πάλι να τονιστεί ότι λύση στο ενεργειακό πρόβλημα δεν μπορεί να δώσει η Πυρηνική Ενέργεια αλλά οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και κυρίως η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και φυσικών πόρων. Αυτό μπορεί να γίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτρέποντας τη διάθεση υπέρογκων ευρωπαϊκών πόρων προς την πυρηνική βιομηχανία σε εποχές σκληρών περικοπών, και τη στροφή αυτών προς τις ΑΠΕ και επείγουσες παρεμβάσεις για στήριξη της κοινωνικής συνοχής. Στην πράξη, όπου χαράχθηκε τέτοια πολιτική (π.χ. Γερμανία), παρουσιάσθηκε μεγάλη άνθηση των ΑΠΕ με παράλληλη μείωση του κόστους παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος επιβεβαιώνοντας τις διαθέσιμες μελέτες που δείχνουν ότι ένα ενεργειακό μίγμα που θα στηρίζεται κατά 100% σε ήπια και ανανεώσιμη ενέργεια είναι απολύτως εφικτό ως το 2050.Η εναλλακτική λύση των ΑΠΕ, σε συνδυασμό με την πρόοδο της τεχνογνωσίας στην εξοικονόμηση ενέργειας, είναι πλέον σε θέση να αντιμετωπίσουν τόσο τις ενεργειακές ανάγκες, όσο και να περιορίσουν τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Παράλογο και ακατανόητο είναι να εμμένουμε στην ακριβή και επικίνδυνη πυρηνική ενέργεια.