Επί τουλάχιστον τρία χρόνια αναζητούσε εργασία ένας στους τέσσερις άνεργους στην Ισπανία σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε σήμερα στην δημοσιότητα το Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής (Ine).
«Το 2013, υπήρχαν 1.275.700 άνεργοι που είχαν χάσει τη δουλειά τους πριν από 3 χρόνια ή και περισσότερο, 234.200 περισσότεροι σε σύγκριση με το 2012» διευκρίνισε το Ine. Αυτό σημαίνει ότι το 23,1% του συνόλου, που υπολογίζεται σε 5,521 εκατομμύρια ανθρώπους, που αναζητούν εργασία κατά μέσο όρο μέσα στο χρόνο.
Σημειώνεται ότι οι άνεργοι αυτοί που ζητούν εργασία δε λαμβάνουν επιδόματα ανεργίας, καθώς αυτά χορηγούνται έως και για δύο χρόνια στην Ισπανία, ακόμα και αν η κυβέρνηση προτείνει επίσης ένα βοήθημα ύψους 400 ευρώ για ένα διάστημα έξι μηνών όταν τα επιδόματα ανεργίας τελειώνουν.
Τα στατιστικά στοιχεία του Ine έχουν ήδη δείξει ότι, το πρώτο τρίμηνο του 2014, το 50% των καταγεγραμμένων ανέργων δεν είχε βρει δουλειά για περισσότερο από ένα χρόνο.
Επίσης σύμφωνα με το Ινστιτούτο εκτιμάται ότι σχεδόν 500.000 άνεργοι έχουν εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να βρουν εργασία.
Σύμφωνα με το Ine ο αριθμός των «αποθαρρυμένων ανέργων» δηλαδή των «προσώπων εκείνων που δεν αναζητούν εργασία καθώς θεωρούν ότι δεν θα βρούνε, αν και είναι διαθέσιμοι για εργασία» αυξήθηκε στο 21,3% κατά τη διάρκεια των τελευταίων 3 ετών και ανήλθε στους 483.000 ανθρώπους στα τέλη του Μαρτίου.
Η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης μετρούσε στα τέλη Μαρτίου 5.933.000 ανέργους, ήτοι 2.300 λιγότερους πριν από 3 μήνες, γεγονός που θα μπορούσε να σηματοδοτήσει την αρχή μια αλλαγής τάσης χάρη στην οικονομική ανάκαμψη.
Όμως αυτή η μικρή πτώση ουσιαστικά εκμηδενίζεται λόγω της μείωσης του αριθμού του ενεργού πληθυσμού (τουλάχιστον 187.000 άνθρωποι λιγότεροι στο τρίμηνο) εκτοξεύοντας αυτόματα στα ύψη το ποσοστό της ανεργίας.
Το ποσοστό αυτό έχει αυξηθεί από 25,73% στα τέλη Δεκεμβρίου στο 25,93% στα τέλη Μαρτίου, ένα δεδομένο που έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία περί οικονομικής ανάκαμψης. Η Ισπανία κατέγραψε στο πρώτο τρίμηνο την μεγαλύτερη ανάπτυξή των τελευταίων έξι ετών, σε ποσοστό 0,4%.