Είναι σημαντικό το ότι η ρατσιστική επίθεση του Σαββάτου επανέφερε στην επικαιρότητα το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, το οποίο θα μπορούσε να είναι ένα εργαλείο αντιμετώπισης του ρατσισμού, τονίζουν οι Οικολόγοι Πράσινοι.
Το περασμένο Σάββατο, ένα ζευγάρι μελών της ΛΟΑΤ κοινότητας δέχθηκε απρόκλητη επίθεση από ομάδα 15 περίπου ακροδεξιών στο Παγκράτι. Η επίθεση συμπεριλάμβανε λεκτική ρατσιστική βία ενώ συνεχίστηκε με ρίψη χλωρίνης και κατέληξε στον άγριο ξυλοδαρμό των δύο ατόμων. Η ρατσιστική επίθεση είχε και άλλη ανάγνωση, μιας και ο ένας εκ των δύο ήταν πρόσφυγας.
Ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί θεμέλιο λίθο της δομής της κοινωνίας μας αλλά και του Συντάγματος της Ελλάδας. Όσο η Πολιτεία δε διασφαλίζει ισονομία για τα μέλη της ΛΟΑΤ κοινότητας και δεν προστατεύει τα θύματα επιθέσεων λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, τόσο θα δίνεται η δυνατότητα σε εξτρεμιστικές ομάδες να πράξουν ρατσιστικά.
Πάντως, το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, που μετά από παλινωδίες ετών θα πάει στη Βουλή την επόμενη βδομάδα, δε θα πρέπει να διευκολύνει τη διεύρυνση της ποινικοποίησης της ελευθερίας του λόγου, ούτε να ενσωματώνει τις «εθνικόφρονες» αντιδράσεις, ούτε να αναβαθμίζει απλά την ευρωπαϊκή βιτρίνα της κυβέρνησης.
«Η άρνηση του Ολοκαυτώματος, μιας γενοκτονίας ή εθνοκάθαρσης δεν αντιμετωπίζεται με ποινές αλλά με επιχειρήματα και στοιχεία και κυρίως με την ανάπτυξη μιας ανθρωπιστικής Παιδείας. Επιπλέον, βασικός στόχος θα πρέπει να είναι ο ρατσιστικός λόγος που αποδεδειγμένα προκαλεί βίαιες πράξεις εναντίον ατόμων και εκφέρεται κυρίως από δημόσια πρόσωπα», τονίζει ο συν-εκπρόσωπος Τύπου των Οικολόγων Πράσινων Μιχάλης Τρεμόπουλος.
Η προστασία της ελευθερίας της έκφρασης πρέπει να είναι απόλυτη, ώστε να μην υπάρξουν φαινόμενα ποινικής δίωξης απόψεων που γενικώς προσβάλλουν, χωρίς να εξατομικεύονται. Ελπίζουμε να μην περάσουν και οι προβλέψεις να καταδικάζονται ακόμη και όσοι θεωρηθεί ότι προσβάλουν το πολίτευμα. Δεν είναι δυνατό να λυθούν πολιτικές ή ιστορικές αντιπαραθέσεις στα δικαστήρια και τις φυλακές.
Είναι θετική η στάση της Ιεράς Συνόδου υπέρ του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου, που διαφοροποιείται από μερίδα μισαλλόδοξων ιεραρχών. Ελπίζουμε η θετική στάση να μη σημαίνει και το ότι έγιναν δεκτές και οι ενστάσεις της Εκκλησίας ότι με τις διατυπώσεις του νομοσχεδίου Μητροπολίτες και ιερείς δεν θα μπορούν να καταφέρονται ενάντια σε άλλα δόγματα ή θρησκείες. Τόσο η συγκεκριμένη παρέμβαση όσο και η άρνηση ιεραρχών στο σύμφωνο συμβίωσης και η ταύτισή τους με την κίνηση των 38 βουλευτών της ΝΔ, αναδεικνύει την οπισθοδρομική στάση τους σε θέματα σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Επιπλέον, το νομοσχέδιο πρέπει να πάρει υπόψη του ότι ο ψυχολογικός παράγοντας είναι καθοριστικός στον πολλαπλασιασμό του ρατσιστικού φαινομένου, και δεν μπορεί να απαντάει στην βία με περισσότερη βία», σύμφωνα με την συνεκπρόσωπο Τύπου των Οικολόγων Πράσινων Μαρία Πετεινάκη. «Θα πρέπει να δοθεί περισσότερη έμφαση στην ψυχοθεραπεία, ειδικά των εγκληματιών και όχι μόνο στην ψυχολογική στήριξη των θυμάτων, και να θεσμοθετηθούν ποινές με προσφορά κοινωνικού έργου. Αλλιώς μπορεί απλώς να αυξάνεται η συσπείρωση των βίαιων ομάδων και με τις αυστηρές ποινές φυλάκισης, μπορούν μόνο να αυξηθούν οι βίαιες τάσεις στα άτομα αυτά».