Διεθνής επιστημονική ομάδα ανακοίνωσε ότι αποκωδικοποίησε το γονιδίωμα του καφεόδεντρου (αειθαλής κορμώδης θάμνος), με την προοπτική να αναπτυχθούν πιο ανθεκτικές στις περιβαλλοντικές προκλήσεις ποικιλίες καφέ, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στο Science. Η ανάλυση του DNA του καφεόδεντρου μπορεί επίσης να συντελέσει στη βελτίωση της γεύσης του καφέ, στην αύξηση της ποσότητας της καφεΐνης ή αντίστροφα να παραχθεί καφές χωρίς καφεΐνη μέσω της απενεργοποίησης των γονιδίων της. Αυτό πρακτικά θα αλλάξει την παραγωγική διαδικασία του ντεκαφεϊνέ, καθώς σήμερα είναι υποχρεωτική η χημική επεξεργασία του κόκκου του καφέ για την απομάκρυνση της καφεΐνης, με συνέπεια και στο γευστικό αποτέλεσμα. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η καφεΐνη εξελίχθηκε όχι για να βοηθά τους ανθρώπους να ξυπνούν το πρωί, αλλά για να προσελκύει ορισμένα έντομα-επικονιαστές, όπως οι μέλισσες, ώστε να επισκέπτονται ξανά το φυτό, καθώς η καφεΐνη τούς αρέσει πολύ, όπως και στους ανθρώπους. Αντίθετα, η ίδια ουσία αποθαρρύνει, άλλα φυτοφάγα έντομα να τρώνε τα φύλλα του φυτού, τα οποία τους φαίνονται τοξικά. Επίσης, όταν τα φύλλα του καφεόδεντρου (που περιέχουν την μεγαλύτερη ποσότητα καφεϊνης από κάθε άλλο μέρος του φυτού) πέφτουν στο χώμα και σαπίζουν, διασπείρουν την καφεΐνη, εμποδίζοντας έτσι άλλα ανταγωνιστικά φυτά να φυτρώσουν τριγύρω.
Να σημειωθεί ότι, η παραγωγή καφέ αποτελεί μία από τις πλέον «χρυσοφόρες» γεωργικές καλλιέργειες παγκοσμίως, καθώς κάθε μέρα στη Γη καταναλώνονται γύρω στα 2,25 δισεκατομμύρια φλιτζάνια (πάνω από 26.000 ανά δευτερόλεπτο). Η παραγωγή και οι εξαγωγές του (γύρω στα 15,4 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως) έχουν δημιουργήσει μια τεράστια διεθνή αγορά, στην οποία απασχολούνται σχεδόν 26 εκατομμύρια άνθρωποι σε 52 χώρες, κυρίως αναπτυσσόμενες, στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Η συνολική καλλιεργούμενη έκταση παγκοσμίως ξεπερνά τα 110 εκατομμύρια στρέμματα, ενώ πάνω από 8,7 εκατ. τόννοι παρήχθησαν το 2013, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Καφέ.