Η κλιματική αλλαγή έχει ήδη επιβλαβείς επιπτώσεις σε ανθρώπινες κοινότητες (ΗΠΑ, νησιωτική Ασία, Αυστραλία κ.α.), ενώ το 2014 καταγράφηκε ως το θερμότερο έτος στην ιστορία, αυξάνοντας σε 14 τα καλοκαίρια αυτού του αιώνα που συμπεριλαμβάνονται στα 15 θερμότερα στην ανθρώπινη ιστορία.
Ο χρόνος κυλάει εις βάρος μας για τον πλανήτη, το κλίμα και τον πολιτισμό μας, αλλά οι κυβερνήσεις παγκοσμίως αδρανούν επικίνδυνα προς όφελος λίγων εταιριών.
Στις 30/11/2015 ξεκινάει η πιο σημαντική μέχρι σήμερα Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή στο Παρίσι. Μια Συνδιάσκεψη, που ενώ θα πραγματοποιηθεί υπό τη σκιά των πρόσφατων τραγικών γεγονότων βίας και τρόμου στο Παρίσι, αποτελεί το δόρυ των διεκδικήσεων των λαών σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η επιστήμη και οι πολίτες έχουν μιλήσει εδώ και χρόνια για τους κινδύνους της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής και την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει η ανθρωπότητα για να τις μετριάσει διατηρώντας την μέση παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας στους 2°C. Η μέση θερμοκρασία του πλανήτη θα ανέβει περίπου 4-5°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα αν δεν δράσουμε με αποφασιστικότητα, ενώ ο στόχος συγκράτησης της αύξησης κάτω από τους 2°C είναι εφικτός μόνο «αν υπάρχει μια δυνατή, άμεση και συλλογική παγκόσμια προσπάθεια», όπως συμπεραίνει σύσσωμη η επιστημονική κοινότητα. Οι εταιρίες, όμως, συνεχίζουν να ξοδεύουν υπέρογκα ποσά για την άσκηση πίεσης προς τους πολιτικούς. με αποτέλεσμα οι κυβερνήσεις να διατηρούν την αδιαφορία τους για μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ανθρωπότητας και τα κέρδη από την εκμετάλλευση ορυκτών καυσίμων να συνεχίσουν να αυξάνονται.
Ως εδώ! Οι λαοί δεν αντέχουν πια την καταστροφική κυριαρχία του κοντόφθαλμου κέρδους. Το σπίτι μας, η γη μας, απειλείται από την ανθρώπινη απληστία και την κατασπατάληση των φυσικών πόρων.
Τα αιτήματα του Παρισιού μας αφορούν όλους. Αφορούν την εισοδηματική και διαγενεακή δικαιοσύνη, αφορούν το δικαίωμα μας στην απρόσκοπτη πρόσβαση σε νερό, τροφή, καθαρό αέρα και φυσικό περιβάλλον, αφορούν την παγκόσμια συμφωνία στην αναγνώριση κοινών αλλά διαφοροποιημένων ευθυνών και δυνατοτήτων μεταξύ των κρατών ανά την υφήλιο. Αφορούν την ανάγκη παροχής τεχνογνωσίας και οικονομικής βοήθειας από τις πλούσιες προς τις φτωχότερες χώρες, ώστε να αντιμετωπιστούν οι καταστροφικές επιπτώσεις της ασύδοτης χρήσης ορυκτών καυσίμων.
Γνωρίζουμε ότι στο Παρίσι δεν θα δικαιωθούν τα αιτήματα μας ως οφείλουν, οι πλούσιες χώρες δεν θα βάλουν το χέρι στην τσέπη για να πληρώσουν για την καταστροφή που προκαλούν, οι κυβερνήσεις όλων των χωρών δεν θα αναλάβουν φιλόδοξη δράση, η Ευρώπη φοβισμένη από τις πολλαπλές κρίσεις δεν θα αδράξει την ευκαιρία του πλεονεκτήματος της πρωτοπόρου δράσης για το κλίμα.
Σε κάθε περίπτωση όμως απαιτούμε το ελάχιστο. Απαιτούμε στη Συνδιάσκεψη στο Παρίσι να υπάρξει σαφής στροφή του τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης στις ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες. Απαιτούμε ένα νομικά δεσμευτικό κείμενο που θα περιέχει τακτική αναθεώρηση των στόχων και ισχυρούς μηχανισμούς ελέγχου. Ζητάμε τη δημιουργία ενός ικανού χρηματοδοτικού μηχανισμού για τον μετριασμό και την προσαρμογή στις αναπόφευκτες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τη σαφή διασύνδεση των πολιτικών με τους Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ.
Ο κοινός μας στόχος πρέπει να είναι ο παγκόσμιος μηδενισμός των εκπομπών μέχρι το 2050 και εισαγωγή 100% καθαρής, ανανεώσιμης ενέργειας μέχρι το 2050 μέσω του μετασχηματισμού της οικονομίας με τη βοήθεια της τεχνολογικής επανάστασης, μακριά από εξαρτήσεις από καύσιμα που φέρνουν πολέμους, που καταστρέφουν το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία και μας στερούν από αξιοπρεπείς ευκαιρίες εργασίας.
Παρατηρούμε ότι η προσοχή όλων έχει επικεντρωθεί στην ανάγκη μείωσης της εξάρτησής μας από τα ορυκτά καύσιμα αποφεύγοντας την αναφορά στο ρόλο της κτηνοτροφίας και της διατροφής. Ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) εκτιμά ότι ο τομέας της κτηνοτροφίας ευθύνεται για εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (GHG) 7.1 γιγατόνων CO2-e ετησίως, δηλαδή, 14.5% των εκπομπών που προκαλούνται από ανθρώπινους παράγοντες, αριθμός που υπερβαίνει τις εκπομπές όλων των μέσων μεταφοράς.1 Τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Οκτώβριο 2014 τονίζουν «την ανάγκη να εξασφαλιστεί η συνοχή των στόχων της επισιτιστικής ασφάλειας και της κλιματικής αλλαγής της ΕΕ». Όμως η ανάλυση των σχεδίων δράσης που υποβλήθηκαν από 118 χώρες αναδεικνύει την έλλειψη αναφοράς σε οποιαδήποτε πρόταση μείωσης των κατανάλωσης ζωικών προϊόντων ώστε να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από την κτηνοτροφία.
Πλήθος μελετών επισημαίνουν ότι το 2050 οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου λόγω της κτηνοτροφίας να βρίσκονται τόσο υψηλά που από μόνες τους θα ωθήσουν την παγκόσμια θερμοκρασία να αυξηθεί κατά περίπου 2°C.2 Αυτό θα ήταν καταστροφικό, δεδομένου ότι δεν δίνονται περιθώρια για τις εκπομπές από την ενέργεια, τις μεταφορές και τη βιομηχανία. Η στροφή προς την υγιεινή διατροφή με σημαντική μείωση της κατανάλωσης ζωικών προϊόντων θα επιτρέψει τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Η Ελλάδα, αν και χώρα μικρή, πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν και να μην κρυφτεί πίσω από τις αναχρονιστικές φωνές που θέλουν να κρατήσουν τη χώρα δέσμια ενός καταστροφικού μοντέλου παραγωγής. Η επιτυχία του Παρισιού αφορά την συνεργασία όλων των χωρών, ανεξάρτητα από το μέγεθος και τις ικανότητές τους. Η Ελλάδα πρέπει να επενδύει μόνο σε καθαρές μορφές ενέργειας και όχι σε απαρχαιωμένες τεχνολογίες ορυκτών καυσίμων. Να σταματήσουν επιτέλους οι κυβερνήσεις να θεωρούν τον λιγνίτη ως το εθνικό μας φτηνό καύσιμο, αγνοώντας τις επιπτώσεις της χρήσης του στην υγεία, το περιβάλλον και την οικονομία. Η κυβέρνηση καλείται να θεσπίσει περισσότερο φιλόδοξους στόχους, ώστε να δώσει ένα ισχυρό επενδυτικό σήμα που θα προσελκύσει επενδύσεις. Η χώρα μας πρέπει να καταστρώσει άμεσα τον Μακροχρόνιο Ενεργειακό Σχεδιασμό της, και να θέσει ως πρώτη της προτεραιότητα την ενεργειακή εξοικονόμηση, βάζοντας τη βάση για την ανασυγκρότηση της εγχώριας βιομηχανίας που παρέχει εξαρτήματα εξοικονόμησης (ηλιακοί θερμοσίφωνες, μονώσεις, κουφώματα κλπ.), τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την απορρόφηση ευρωπαϊκών επενδυτικών κονδυλίων. Οι πολιτικές που θα ενισχύσουν την αυτοπαραγωγή και θα διευκολύνουν λειτουργία των ενεργειακών συνεταιρισμών πρέπει να μπουν σε πρώτο πλάνο, ώστε να αυξηθεί ο βαθμός αυτονομίας μας.
Το Παρίσι είναι ουσιαστικά το αναγκαίο και τελευταίο βήμα ελπίδας μετά από αυτές τις πολιτικές αποτυχίες. Είναι η τελευταία ευκαιρία να αποδείξει η γενιά μας ότι η ανθρώπινη συλλογική σοφία μπορεί να μας προφυλάξει από το χειρότερο μας εαυτό. Όπως μας θυμίζει και η Γ.Γ. της Συνδιάσκεψης του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, Christiana Figueres, είμαστε η πρώτη γενιά που καταλαβαίνει τις επιπτώσεις μιας οικονομίας υψηλών εκπομπών, οπότε ας είμαστε και η πρώτη γενιά που αναλαμβάνει την ευθύνη που προκύπτει από τη γνώση αυτή.