Οι επιστήμονες εμφανίσθηκαν καθησυχαστικοί ότι, παρά τη σύμπτωση της εκδήλωσης – με διαφορά λίγων ωρών το Σάββατο- δύο πολύ ισχυρών σεισμών σε δύο απομακρυσμένες μεταξύ τους χώρες, στην Ιαπωνία και στον Ισημερινό, δεν έχουμε να κάνουμε με κάποια παγκόσμια «επιδημία» σεισμών, ούτε το γεγονός αυτό προοιωνίζεται κάτι ακόμη πιο δυσοίωνο για το μέλλον.
chile_seismo_4-620x320
Ανάμεσα στις δύο χώρες που επλήγησαν από τους ισχυρούς σεισμούς (7 βαθμών στην Ιαπωνία και 7,8 στον Ισημερινό λίγο μετά) μεσολαβεί ο βόρειος Ειρηνικός Ωκεανός. Η απόσταση, περίπου 14.700 χιλιόμετρα, είναι υπερβολικά μεγάλη για να συσχετισθούν με οποιοδήποτε τρόπο τα δύο γεγονότα, σύμφωνα με αμερικανούς επιστήμονες, όπως αναφέρουν οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης».

Οι μεγάλοι σεισμοί μπορούν να «πυροδοτήσουν» άλλους σεισμούς, αλλά μόνο στην ίδια περιοχή, κατά μήκος του ίδιου ρήγματος ή σε κάποιο κοντινό. Από την άλλη, οι σεισμοί στην Ιαπωνία και στον Ισημερινό φαίνεται ότι έχουν διαφορετική γενεσιουργό αιτία.

Στην περίπτωση του Ισημερινού ο σεισμός συνέβη επειδή η βαρύτερη τεκτονική πλάκα στον βυθό του Ειρηνικού βυθίζεται αργά κάτω από την ελαφρύτερη τεκτονική πλάκα της Νότιας Αμερικής με ρυθμό περίπου πέντε εκατοστών ετησίως. Στο σύνορο συνάντησης των δύο πλακών συσσωρεύεται ένταση, η οποία κατά καιρούς εκτονώνεται μέσω της σεισμικής δραστηριότητας.

Αντίθετα, ο σεισμός στο νησί Κιούσου στη νοτιοδυτική Ιαπωνία, σύμφωνα με την Αμερικανική Γεωλογική Υπηρεσία, συνέβη σε πολύ μικρότερο βάθος σε κάποιο ρήγμα οριζόντιας μετατόπισης πάνω στην μεγάλη ευρασιατική πλάκα και όχι σε κάποια ζώνη καταβύθισης, όπως στον Ισημερινό.

Οι Αμερικανοί γεωολόγοι, που παρακολουθούν τους σεισμούς σε όλη τη Γη, καθησυχάζουν ότι ο μέσος αριθμός όλων των σεισμών διεθνώς κάθε χρόνο εμφανίζει αξιοσημείωτη σταθερότητα και δεν έχει αυξητική τάση. Όσον αφορά ειδικότερα τους ισχυρούς σεισμούς 7 έως 7,9 βαθμών, έχουν πράγματι υπάρξει μερικά έτη με πάνω από 20 σεισμούς και άλλα με λιγότερους από δέκα, όμως ο διαχρονικός ετήσιος μέσος όρος παραμένει γύρω στους 15.

Αυτό, κατά τους επιστήμονες, σημαίνει ότι κατά μέσο όρο συμβαίνει τουλάχιστον ένας ισχυρός σεισμός το μήνα κάπου στον πλανήτη και ότι, από σύμπτωση, μπορούν να συμβούν ακόμη και δύο μεγάλοι σεισμοί μέσα στην ίδια μέρα. Μπορεί, όμως, επίσης να περάσει ένας ολόκληρος μήνας ή και περισσότερο χρονικό διάστημα χωρίς να συμβεί πουθενά στον κόσμο ένας σεισμός άνω των επτά βαθμών, όπως συνέβη μεταξύ 27 Ιουλίου και 16 Σεπτεμβρίου 2015.

Από την άλλη, δημιουργείται η παραπλανητική εντύπωση ότι αυξάνονται οι ισχυροί σεισμοί, επειδή σταδιακά βελτιώνονται τα όργανα καταγραφής τους, επειδή ολοένα περισσότερα μέρη της Γης κατοικούνται από ανθρώπους και επειδή ολοένα συχνότερα τα μέσα ενημέρωσης προβάλλουν τους σεισμούς. Αν ένας ισχυρός σεισμός είχε συμβεί στη μέση του ωκεανού χωρίς καθόλου θύματα, είναι αμφίβολο αν θα το είχε προσέξει κανείς.