Παρουσία πλήθους καλλιεργητών ρυζιού πραγματοποιήθηκε σήμερα η ημερίδα «Βιώσιμη Ανάπτυξη στην Καλλιέργεια του Ρυζιού με τη Χρήση Σύγχρονων Τεχνολογιών», υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
Την ημερίδα διοργάνωσαν το Εργαστήριο Δασικής Διαχειριστικής και Τηλεσκοπικής της Σχολής Γεωπονίας, Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του ΑΠΘ και το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού «ΔΗΜΗΤΡΑ», στο πλαίσιο του ερευνητικού προγράμματος «ΕΡΜΗΣ: Έξυπνες Υπηρεσίες και Προϊόντα για το Ρύζι με τη χρήση τηλεσκοπικών Δεδομένων».
Στην ημερίδα παρουσιάστηκαν οι υπηρεσίες και τα προϊόντα που έχουν αναπτυχθεί ήδη στο πλαίσιο του προγράμματος «ΕΡΜΗΣ» για την καλλιέργεια του ρυζιού, με στόχο τη μείωση του κόστους παραγωγής και καλλιέργειας, τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και τη βελτίωση της ποιότητας της παραγωγής.
Στο χαιρετισμό του ο Αντιπεριφερειάρχης Αγροτικής Οικονομίας Φάνης Παπάς επισήμανε τη σημασία της εφαρμογής της παραγόμενης γνώσης στην πραγματική οικονομία, τονίζοντας πως τα καινοτόμα προϊόντα για το ρύζι που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος μπορούν να έχουν άμεση εφαρμογή στην καλλιέργεια και παραγωγή του ρυζιού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Παπάς, στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας καλλιεργείται το 85% του ρυζιού όλης της χώρας και συγκεκριμένα οι ορυζώνες καταλαμβάνουν 245.000 στρέμματα σε όλη την Περιφέρεια, με τα 180.000 να είναι στη Θεσσαλονίκη, τα 30.178 στις Σέρρες, τα 22.000 στην Ημαθία και τα 12.600 στην Πιερία.
«Η σημερινή ημερίδα αποδεικνύει πως μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά η κυκλική οικονομία, αφού είναι εμφανές πόσα οφέλη έχει η επαναχρησιμοποίηση των υποπροϊόντων του ρυζιού, τα οποία με σύγχρονες τεχνολογίες μπορούν να αποτελέσουν ένα ακόμη όπλο στον καθημερινό αγώνα των παραγωγών να βελτιώσουν το προϊόν, να μειώσουν το κόστος και να περιορίσουν την επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Από αυτές τις μεθόδους έχω και ο ίδιος εμπειρία, καθώς στη δική μου επιχείρηση η πρώτη ύλη προκύπτει από υποπροϊόντα σφαγείων, που αξιοποιούνται με τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών και της καινοτομίας και το αποτέλεσμα είναι θεαματικό. Είναι πολύ σημαντικό οι γνώσεις και τα καινοτόμα προϊόντα που παράγονται στο εργαστήριο (ΑΠΘ – ΔΗΜΗΤΡΑ), σε συνεργασία με τους καλλιεργητές να πολλαπλασιάζουν την προστιθέμενη αξία των προϊόντων που παράγονται στο χωράφι. Μέσα από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα ‘ΕΡΜΗΣ’ έχουν προκύψει σπουδαία αποτελέσματα, άμεσα εφαρμόσιμα στην καλλιέργεια του ρυζιού. Προϊόντα, που μειώνουν το κόστος και δίνουν υψηλού επιπέδου παραγωγή. Εκεί εστιάζουμε κι εμείς τις πολιτικές μας ως Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, ώστε να χρηματοδοτούμε και να ενισχύουμε μέσω του ΕΣΠΑ και άλλων διαθέσιμων πόρων δράσεις με άμεση εφαρμογή από τους παραγωγούς κι όχι θεωρητικές προσεγγίσεις και ανεφάρμοστα σχέδια. Τα χρήματα που διαθέτει η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας στη νέα Προγραμματική Περίοδο 2014 – 2020 για την πρωτογενή παραγωγή είναι 143 εκ. ευρώ. Σε συνδυασμό με το πρόγραμμα προώθησης των αγροτικών προϊόντων της Κεντρικής Μακεδονίας, που υλοποιεί η Περιφέρεια, το ρύζι και τα άλλα ποιοτικά αγροτικά προϊόντα της περιοχής μας βρίσκουν θέση στις διεθνείς αγορές και σε όλα τα ράφια», τόνισε ο κ. Παπάς.
Στόχος της Περιφέρειας είναι να κεφαλαιοποιήσει την ισχυρή δυναμική του αγροτικού τομέα, να γίνει πιο ανταγωνιστικός και να βελτιωθεί η ποιότητα της παραγωγής, ώστε να μπορέσουν τα προϊόντα της μακεδονικής γης να κερδίσουν ακόμη μεγαλύτερο μερίδιο στην εγχώρια και τις διεθνείς αγορές. Σε αυτό αποσκοπεί άλλωστε και η ολοκληρωμένη στρατηγική ανάπτυξης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, με αιχμή την αγροτική ανάπτυξη.
Ο κ. Παπάς περιγράφοντας τη σύγχρονη τεχνολογία που παρουσιάστηκε είπε ότι «οι ρυζοκαλλιεργητές είχαν σήμερα την ευκαιρία να γνωρίσουν από κοντά την εφαρμογή μιας καινοτόμου, αλλά οικονομικής τεχνολογίας, η οποία ελέγχει εξονυχιστικά την καλλιέργεια, εντοπίζει με ακρίβεια τις εκτάσεις που έχουν ανάγκες ενίσχυσης σε άζωτο και την ακριβή ποσότητα που πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζεται δραστικά η ποσότητα του αζώτου που χρησιμοποιείται, να αυξάνεται η απόδοσή του και να περιορίζεται η περιβαλλοντική ρύπανση σημαντικά, καθώς δεν υπερφορτώνονται ούτε οι καλλιέργειες, ούτε το τελικό προϊόν, ούτε η γύρω περιοχή με νιτρικά».