Να κρατήσουν υπεύθυνη στάση οι Έλληνες εκπρόσωποι και να μην υποστηρίξουν τα συμφέροντα βρώμικων βιομηχανιών

Στην ερχόμενη ψηφοφορία του Ευρωκοινοβουλίου την Τετάρτη 15/2 καθορίζεται το μέλλον της κλιματικής πολιτικής στην Ευρώπη με την αναθεώρηση του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ).

Η χώρα μας μέχρι τώρα έχει εκφράσει μόνο συντηρητικές θέσεις, υποστηρίζοντας τα συμφέροντα των ενεργοβόρων και βρώμικων βιομηχανιών, μακριά από το όφελος το δικό μας και των παιδιών μας.

Οι Οικολόγοι Πράσινοι καλούμε επιτέλους για μια υπεύθυνη στάση των εκπροσώπων μας.

Το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής (ΕΣΕΔΕ) είναι το βασικό εργαλείο κλιματικής πολιτικής της ΕΕ. Η μέχρι τώρα φιλοδοξία του κρίνεται ανεπαρκής ενώ οι προτάσεις της Κομισιόν για την αναθεώρησή του σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνονται στο πνεύμα και τους στόχους της ιστορικής Συμφωνίας του Παρισιού. Κι όμως, οι προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης καθώς και οι τροπολογίες που κατέθεσαν Έλληνες ευρωβουλευτές στοχεύουν στο να μειώσουν ακόμα και αυτήν την ανεπαρκή φιλοδοξία των προτάσεων της Κομισιόν, πολύ δε περισσότερο την κάπως μεγαλύτερη φιλοδοξία των προτάσεων της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου.

Πιο συγκεκριμένα η κυβέρνηση:

– ζητά φωτογραφική εξαίρεση για την Ελλάδα ώστε να επιτρέπεται στο κράτος να χαρίζει στη ΔΕΗ τα δικαιώματα εκπομπής CO2 που μέχρι τώρα της τα πουλούσε.

– είναι αντίθετη στο διπλασιασμό του Αποθεματικού Σταθερότητας Αγοράς (MSR).

– είναι αντίθετη στην αύξηση του γραμμικού συντελεστή μείωσης (LRF) των διαθέσιμων στην αγορά δικαιωμάτων από 2,2% σε 2,4%.

– είναι αντίθετη στην ένταξη της ναυτιλίας στο ΕΣΕΔΕ.

– ζητά εξαίρεση «μικρών» μονάδων όπως τις μονάδες μαζούτ που χρησιμοποιεί η ΔΕΗ στα νησιά.

Οι παραπάνω θέσεις της κυβέρνησης και Ελλήνων ευρωβουλευτών για την αναθεώρηση του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής CO2 κρίνονται απαράδεκτες και επικίνδυνες.

Η αύξηση του γραμμικού συντελεστή μείωσης δικαιωμάτων, η αύξηση του αριθμού των δικαιωμάτων προς δημοπράτηση και η συμμετοχή του τομέα της ναυτιλίας αποτελούν αναγκαία βήματα για να αποφύγουμε τις επιβλαβείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που είναι ήδη εδώ και απειλεί εκτός άλλων την υγεία, την αγροτική παραγωγή και την ασφαλή διαβίωση μας.

Συγκεκριμένα, η Κυβέρνηση θα έπρεπε να παλέψει για την θέσπιση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης που θα χρηματοδοτείται από τα έσοδα των δημοπρασιών, ώστε να αποκτήσει η χώρα τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους για την προετοιμασία για την μεταλιγνιτική περίοδο και να προλάβει το κύμα ανεργίας που θα πλήξει τις σχετικές περιοχές. Η ΕΕ έχει αποφασίσει ότι μεγάλο μέρος του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού θα κατευθύνεται στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής. Στο χέρι των κυβερνήσεων μας είναι να δράσουν ώστε να λάβουμε μέρους από αυτούς τους επενδυτικούς πόρους που τόσο ανάγκη τους έχει η ελληνική οικονομία. Μαζί μάλιστα με το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, προτείνεται στην ψηφοφορία της Τετάρτης και η διάθεση και η διάθεση των εσόδων των δημοπρασιών για έρευνα και ανάπτυξη τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών, από όπου μπορούν να επωφεληθούν τα πανεπιστήμια της χώρας.

Δεν υπάρχει καιρός για πισωγυρίσματα, η στάση της χώρας στην ψηφοφορία στις 15/2/2017 δεν θα αφήσει κανέναν περιθώριο για παρερμηνείες. Τυχόν καταψήφιση από Ευρωβουλευτές που συνδέονται με την Κυβέρνηση θα σημαίνει άγνοια για το σημαντικό κόστος της κλιματικής αλλαγής για τη χώρα και αδιαφορία απέναντι στην προστασία του περιβάλλοντος και των κοινωνιών μας.

Οι ΟΙΚΟΛΟΓΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΙ έχουν ήδη στείλει επιστολή στον Πρωθυπουργό και στον Υπουργό Περιβάλλοντος & Ενέργειας εκφράζοντας την αντίθεσή τους με την στάση της κυβέρνησης.

Οι σταθερές θέσεις των ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ ΠΡΑΣΙΝΩΝ και των Ευρωπαίων Πράσινων είναι ξεκάθαρα υπέρ της θεσμοθέτησης αυστηρών όρων για τις ρυπογόνες βιομηχανίες στην Ευρώπη, της αποθάρρυνσης κατασκευής νέων λιγνιτικών μονάδων και της εξασφάλισης πόρων για την χρηματοδότηση της ομαλής μετάβασης της περιοχής στην μεταλιγνιτική εποχή.

Καλούμε την Κυβέρνηση και τους Έλληνες ευρωβουλευτές, σε μία περίοδο που η χώρα μας παλεύει για την διαπραγμάτευση, να εγκαταλείψουν τα παλιά οικονομικά εργαλεία και να αξιοποιήσουν τις τεράστιες δυνατότητες απασχόλησης που δημιουργούνται με την στροφή στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και τις δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας.