Με δύο ερωτήσεις της προς την αρμόδια Ευρωπαϊκή Επιτροπή η επικεφαλής των Ελλήνων Ευρωβουλευτών του S&D Εύα Καϊλή, θέτει σε επίπεδο Ευρωκοινοβουλίου το θέμα των συσσωρευμένων χρεών του Ελληνικού Δημοσίου προς Ιδιώτες, καθώς και τα ζητήματα που προκαλεί το Σχέδιο Νόμου για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης των χρεών των επιχειρήσεων, ενόψει μάλιστα της επανέναρξης των διαπραγματεύσεων για το κλείσιμο της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος και τη διαφαινόμενη συμφωνία με τα συνακόλουθα δημοσιονομικά μέτρα.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα των χρεών του Δημοσίου προς Ιδιώτες και επιχειρήσεις η κ Καϊλή αναφέρεται μεταξύ άλλων στο ότι στη διαμόρφωση του λογιστικού πλεονάσματος – για το οποίο επιχαίρει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ -, καθοριστικό ρόλο παίζουν οι υπέρογκες ληξιπρόθεσμες οφειλές του ευρύτερου Δημοσίου προς Ιδιώτες και το αν θα υπάρξει πρόβλεψη κατά την εκταμίευση της επόμενης δόσης προς την Ελλάδα για την εξόφληση σημαντικού έστω μέρους των ως άνω οφειλών προκειμένου να ενισχυθεί και η ρευστότητα στην αγορά, ενόψει και των νέων επιβαρύνσεων.
Σχετικά με το υπό διαβούλευση Σχέδιο Νόμου για τη ρύθμιση των χρεών, τονίζει πώς απειλείται ο αποκλεισμός μεγάλου μέρους των επιχειρήσεων λόγω των αυστηρών και εκτός της πραγματικότητας της ελληνικής οικονομίας κριτηρίων που προτείνει, μεταξύ άλλων 1) την κερδοφόρα χρήση την τελευταία τριετία, 2) τη σύναψη ρύθμισης μετά την 1.7.2016 3) και την προϋπόθεση κανένας πιστωτής να μη συγκεντρώνει το 85% και άνω των απαιτήσεων, ενώ θεωρεί πώς πρέπει να υπάρξουν παρεμβάσεις για τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του Νόμου ώστε να επωφεληθούν περισσότερες δοκιμαζόμενες επιχειρήσεις.
Ακολουθούν τα κείμενα των ερωτήσεων:
Θέμα : Χρέη Δημοσίου σε Ιδιώτες
Δεδομένης τόσο της επανέναρξης των διαβουλεύσεων μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και τεχνικών κλιμακίων των θεσμών όσο και της διαφαινόμενης (παρά της έλλειψης σχετικής ενημέρωσης) συμφωνίας για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης επανέρχεται η συζήτηση σχετικά με το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων με την κυβέρνηση μάλιστα να δηλώνει ικανοποιημένη για το πλεόνασμα του 2016 προσβλέποντας αυτό να ανέλθει τελικά στο 3%. Ωστόσο, κανένας «πανηγυρισμός» δεν μπορεί να δικαιολογηθεί τη στιγμή που το πλεόνασμα αυτό δεν είναι αποτέλεσμα μεταρρυθμίσεων ή περιστολής των δημοσίων δαπανών, αλλά πρωτοφανούς φοροεπιδρομής μέσω άμεσων και έμμεσων φόρων και εξάντλησης κάθε φοροδοτικής ικανότητας των Ελλήνων πολιτών. Επίσης, στη διαμόρφωση αυτού του λογιστικού «πλεονάσματος» καθοριστικό ρόλο παίζουν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 3 δις ευρώ ,του ευρύτερου Δημοσίου προς Ιδιώτες, είτε μέσω οφειλών των φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (άνω των 2 δις) είτε μέσω εκκρεμών επιστροφών φόρου, τα οποία δεδομένα σε συνδυασμό με την αύξηση των φορολογικών συντελεστών έχουν «στεγνώσει» την αγορά από ρευστότητα.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Σε ότι αφορά την αξιολόγηση θα γίνεται μνεία στο ζητούμενο της επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων μέσω πραγματικών μεταρρυθμίσεων και όχι πρόσθετης φορολογίας;
2. Η επόμενη δόση που θα εκταμιευθεί θα υπάρξει πρόβλεψη να διοχετευθεί κατά ένα σημαντικό μέρος στην πραγματική οικονομία μέσω εξόφλησης ληξιπρόθεσμων οφειλών;
Θέμα : Εξωδικαστικοί Συμβιβασμοί
Σε δημόσια διαβούλευση έχει τεθεί από την ελληνική κυβέρνηση το νομοσχέδιο για το νέο προωθούμενο μηχανισμό για τις ρυθμίσεις σε χρέη επιχειρήσεων. Ωστόσο παρά τις υψηλές προσδοκίες που επιχειρήθηκε να καλλιεργήσει, το Υπουργείο Οικονομίας, δεν κατάφερε να εισαγάγει μία ρύθμιση που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας και ήδη εκφράζονται φόβοι από τα Επιμελητήρια και τις επιχειρήσεις πώς πολλοί δεν θα καταφέρουν να ενταχθούν στο μηχανισμό. Αυτό συμβαίνει καθώς τρεις ειδικά προϋποθέσεις – δηλαδή: α) η κερδοφόρα χρήση τουλάχιστον για ένα οικονομικό έτος κατά την τελευταία δυσμενέστατη οικονομικά τριετία, β) η σύναψη ρύθμισης μόνο μετά την 1.7.2016, καθώς και γ)η προϋπόθεση κανένας πιστωτής να μην διαθέτει το 85% των συνολικών απαιτήσεων προς την επιχείρηση, τη στιγμή που είναι σύνηθες μία επιχείρηση το δανεισμό της να το διατηρεί σε έναν πιστωτικό φορέα, – απειλούν να αφήσουν εκτός των ρυθμίσεων μεγάλο ποσοστό των επιχειρήσεων.
Ερωτάται η Επιτροπή:
1. Στο διάστημα που μεσολαβεί μέχρι τη λήξη της διαβούλευσης θα υπάρξει κάποια πρωτοβουλία για προτάσεις διορθώσεων ή συστάσεις προς την ελληνική πλευρά δεδομένου πώς ένα σημαντικό βήμα για την εξυγίανση του τραπεζικού και επιχειρηματικού τοπίου στη χώρα απειλείται με το να μην έχει ουσιαστικά αποτελέσματα;