Το έλλειμμα ανεκτικότητας και αποδοχής των ανθρώπων-μελών της κοινότητας ΛΟΑΤ (Λεσβία, Ομοφυλόφιλος, Αμφιφυλόφιλος και Τρανς), που καταγράφεται στην κοινωνία παραμένει ακόμη σε υψηλά επίπεδα, και πολύ συχνά εκδηλώνεται με τη μορφή ρατσισμού και αποκλεισμού σε βάρος των ομοφυλόφιλων και τρανσέξουαλ ατόμων.
Ιδιαίτερο, δε, προβληματισμό προκαλεί η διαπίστωση ότι τέτοια φαινόμενα καταγράφονται ακόμη και στο επίπεδο της δημόσιας διοίκησης.
Με δεδομένο το συμπέρασμα αυτό, όπως διατυπώθηκε σε ειδική συνάντηση που πραγματοποιήθηκε χθες, Πέμπτη 11 Μαΐου 2017, μεταξύ Υπηρεσιών του δήμου, κρατικών και κοινωνικών φορέων, ο δήμος Νεάπολης-Συκεών αναλαμβάνει κρίσιμες πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση των ταμπού. Μέσα από αυτές θα αναζητηθούν και θα υλοποιηθούν καλές πρακτικές ώστε να αμβλυνθούν και να λειανθούν οι κοινωνικές αντιδράσεις με στόχο την ενίσχυση ενός κλίματος ανεκτικότητας, αποδοχής και σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων των ατόμων αυτών.
Αυτό επιδιώκεται μέσα από τη συμμετοχή του δήμου στο ειδικό πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το DIVERCITY, που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αποσκοπεί στην καταγραφή και προώθηση δράσεων για την πρόληψη και αντιμετώπιση της ομοφοβίας και τρανσφοβίας στις μικρές και μεσαίες πόλεις που χαρακτηρίζονται από κλειστές κοινωνίες. Το πρόγραμμα συντονίζεται από το Τμήμα Προγραμματισμού, Οργάνωσης και Πληροφορικής του δήμου Νεάπολης-Συκεών και τον αναπληρωτή προϊστάμενό του Γιάννη Πολυχρονιάδη.
Να σημειωθεί ότι ο δήμος Νεάπολης-Συκεών είναι ο μοναδικός δήμος από όλη τη χώρα που συμμετέχει στο πρόγραμμα αυτό ως εταίρος, μαζί με τις πόλεις Χερόνα και Σαβαδέλ της Ισπανίας, Σαρλερουά του Βελγίου, Μίντλεσεξ της Μ. Βρετανίας και Βρότσλαβ της Πολωνίας, με επικεφαλής του δικτύου το Τμήμα Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης. Για το σκοπό αυτό η δημοτική σύμβουλος Μαρία Ροΐδη συμμετείχε σε συνάντηση εργασιών που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο για τον συντονισμό του προγράμματος DIVERCITY.
«Πρέπει να σπάσουμε ταμπού…»
Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού, πραγματοποιήθηκε χθες στο δήμο Νεάπολης-Συκεών ειδικό Εργαστήριο (Workshop), στο οποίο συμμετείχαν εκπρόσωποι του Τμήματος Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης της ΕΛ.ΑΣ., του Συμβουλευτικού Κέντρου του δήμου Θεσσαλονίκης, του Κέντρου Μέριμνας Οικογένειας και Παιδιού, του Ξενώνα Φιλοξενίας Κακοποιημένων Γυναικών, της ΜΚΟ Praksis και της ΛΟΑΤ Κοινότητας της Θεσσαλονίκης, όπως επίσης και στελέχη του Κέντρου Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας «Πυξίδα» και των Κοινωνικών Υπηρεσιών του δήμου Νεάπολης-Συκεών με επικεφαλής την προϊσταμένη Μάρω Βασσάρα.
«Ως δήμος και ως διοίκηση έχουμε σταθερή και αταλάντευτη θέση και πολιτική απέναντι σ’ αυτές τις κοινωνικές ομάδες που αντιμετωπίζουν φαινόμενα ρατσισμού και αποκλεισμού. Χωρίς να κάνουμε διακρίσεις των κοινωνικών ομάδων, μέσα από δράσεις και προγράμματα αγωνιζόμαστε για μια κοινωνία ανθρωπιάς, ευαισθησίας, ανεκτικότητας και αποδοχής, επιλέγοντας συνειδητά να υλοποιούμε τέτοιες δράσεις και πολιτικές», ανέφερε ο δήμαρχος Νεάπολης-Συκεών Σίμος Δανιηλίδης κατά την κήρυξη των εργασιών του workshop. Όπως τόνισε, «πρέπει να σπάσουμε ταμπού και να βγούμε μπροστά για να ξεκινήσουμε οργανωμένα μια τέτοια την προσπάθεια, η οποία με τη συμβολή όλων, και των Υπηρεσιών του δήμου μας, των φορέων και των πολιτών θα φέρει γρήγορα αποτελέσματα».
Την αισιοδοξία του αυτή ο κ.Δανιηλίδης τη βάσισε στις επιτυχίες που γνώρισαν παρόμοιες προσπάθειες που έγιναν για την αποδοχή και την ομαλή ένταξη στις τοπικές κοινωνίες άλλες κοινωνικές ομάδες, όπως αυτές των ρομά και των ατόμων με αναπηρία παλαιότερα, και τελευταία με τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. «Σ’ αυτό το πνεύμα διαπιστώσαμε το έλλειμμα στην Αυτοδιοίκηση και την κοινωνία γενικότερα, με αποτέλεσμα να καταβάλλουμε προσπάθεια ακολουθώντας σταθερή γραμμή και να βελτιώσαμε πάρα πολλά», πρόσθεσε.
ΕΛ.ΑΣ.: «Θέλουμε κι άλλες τέτοιες πρωτοβουλίες…»
Όπως τόνισε ο Σίμος Δανιηλίδης, «ο δήμος μας συμμετέχει σ’ αυτό το έργο για να προωθήσουμε και σε αυτό το πεδίο μια ανοιχτή κοινωνία με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα, για καθολική πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες». «Μέσα από το πρόγραμμα να δούμε με ποιους τρόπους μπορεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση να δημιουργήσει συνεργασίες ώστε να αντιμετωπίσει τέτοια φαινόμενα, εργαζόμενοι πάντα με γνώμονα την ανοχή, την αποδοχή και την αλληλεγγύη», πρόσθεσε.
Στη διάρκεια του workshop η δημοτική σύμβουλος Μαρία Ροΐδη και το στέλεχος του Τμήματος Προγραμματισμού, Οργάνωσης και Πληροφορικής του δήμου Νεάπολης-Συκεών Χρύσα Κοπρά παρουσίασαν αναλυτικά τις καλές πρακτικές που προωθούνται και υλοποιούνται στις άλλες ευρωπαϊκές πόλεις-εταίρους του προγράμματος DIVERCITY, για να ακολουθήσει ένας ουσιαστικός διάλογος και ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των εκπροσώπων των φορέων που συμμετείχαν στο Εργαστήριο.
Η Τμηματάρχης του Τμήματος Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας Θεσσαλονίκης της ΕΛ.ΑΣ. κ. Ελένη Κώττη σχολίασε ότι η Θεσσαλονίκη έχει αρκετά καλό επίπεδο στο θέμα της αποδοχής της διαφορετικότητας των σεξουαλικών προτιμήσεων και εκφράστηκε επιδοκιμαστικά για την πρωτοβουλία του δήμου να διοργανώσει το εργαστήριο.
«Θέλουμε κι άλλες τέτοιες διοργανώσεις για να μάθει ο κόσμος την υπηρεσία μας και να μην φοβούνται να έρθουν για να κάνουν καταγγελία, να ξεπεράσουμε τον φόβο και τις αναστολές», υπογράμμισε μεταξύ άλλων.
Όπως δήλωσε ο υπεύθυνος Επικοινωνίας του Γραφείου Θεσσαλονίκης της Praksis κ. Θοδωρής Διαμαντόπουλος, πρόκειται για «μια πολύ καλή πρωτοβουλία του δήμου Νεάπολης-Συκεών να συμμετέχει στο πρόγραμμα και να εργάζεται για αυτό το σκοπό.
Παρουσιάστηκαν καλές πρακτικές από άλλες ευρωπαϊκές πόλεις και είναι καιρός να γίνουν τέτοια βήματα και στη δική μας πόλη. Παρά τα όσα θετικά γίνονται μπορούν να γίνουν ακόμα περισσότερα προς την σωστή κατεύθυνση».
Στο ίδιο πνεύμα και η κ. Μαρίνα Ηλιάδη, εργαζόμενη ως γραμματειακή υποστήριξη του Γραφείου Θεσσαλονίκης της Praksis και μέλος της ΛΟΑΤ Κοινότητας της πόλης, η οποία χαρακτήρισε το πρόγραμμα ως μια πολύ καλή κίνηση. «Γενικά γίνονται σωστά βήματα στην κοινωνία μας, αλλά θέλει πολλή δουλειά ακόμα γιατί ήμασταν αρκετά πίσω.
Μαζί με τα θετικά υπάρχει και το αντίθετο ρεύμα παράλληλα, το οποίο φουντώνει και με προβληματίζει ιδιαιτέρως», ανέφερε.
Προτάσεις και ιδέες
Από την πλευρά του Κ.Μ.Ο.Π., η κ. Κατερίνα Σούρδα αναφέρθηκε στο γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η αντιμετώπιση της ΛΟΑΤ Κοινότητας στην Θεσσαλονίκη βρίσκεται σε λίγο καλύτερη θέση, «αλλά φυσικά δεν είναι στο επίπεδο που θα ήθελε η κοινότητα».
«Είναι μεν μια φιλική πόλη η Θεσσαλονίκη, αλλά έχει ακόμα αρκετή δουλειά σε διάφορους τομείς να γίνει, όπως στις δημόσιες υπηρεσίες και τα εργασιακά ζητήματα. Ο δήμος Νεάπολης-Συκεών ούτως ή άλλως εμπλέκεται θετικά σε πολλά κοινωνικά ζητήματα και για ακόμη μια φορά θα πρέπει να τον συγχαρώ», σημείωσε.
Μεταξύ των σημαντικών που αναφέρθηκαν ήταν η δημιουργία κάποιων δομών κοινωνικοποίησης και υποστήριξης της ΛΟΑΤ Κοινότητας σε ευρωπαϊκές πόλεις, η ανάλυση σε ευρωπαϊκό επίπεδο της νομοθεσίας που αναφέρεται στην ομοφοβία, αλλά και περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει ρητή αναφορά και καλύπτονται ακόμα από το γενικό πλαίσιο κατά του ρατσισμού. Ειδική αναφορά έγινε στο υπό διαβούλευση στη χώρα μας νομοσχέδιο που επιτρέπει στα διεμφυλικά άτομα να επιλέξουν το φύλο που αναφέρεται στην ταυτότητά τους χωρίς ιατρικές γνωματεύσεις και γραφειοκρατία.
Τα άτομα που συμμετείχαν στις έρευνες πεδίου που έγιναν στις πόλεις που συμμετέχουν στο πρόγραμμα στάθηκαν στις βελτιώσεις που χρειάζονται σε υγειονομικές και άλλες δημόσιες υπηρεσίες, στις διακρίσεις που γίνονται στον εργασιακό τομέα και γενικότερα να δίνονται περισσότερες ευκαιρίες και χώρος έκφρασης, στα ΜΜΕ αλλά και στο αστικό περιβάλλον.
Από την πλευρά του δήμου Νεάπολης-Συκεών αναφέρθηκε η συμμετοχή και σε άλλα προγράμματα και δράσεις, μεταξύ των οποίων κι αυτό για την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και καταπολέμησης της ρητορικής μίσους (NO HATE SPEECH MOVEMENT & ONE IN FIVE). Η συζήτηση έδωσε μεγάλη βαρύτητα στα βήματα που πρέπει να γίνουν στην εκπαίδευση, αλλά και γενικότερα στην παιδεία και ειδικότερα στην επιμόρφωση εργαζομένων για την ορθή συμπεριφορά τους. Προσπάθεια πρέπει να γίνει επίσης ώστε τα θύματα ρατσιστικών επιθέσεων να μην νιώθουν ενοχοποιημένα και να εσωτερικεύουν το πρόβλημα, αλλά να το καταγγέλλουν.