Μετά από 41 χρόνια επίσημης ανακήρυξης της 8ης Μαρτίου ως παγκόσμιας ημέρας της γυναίκας από τον ΟΗΕ, η ανάγκη για την υποστήριξη της ισότητας των φύλων και την οικονομική χειραφέτηση των γυναικών αποτελεί προτεραιότητα και κοινωνική πραγματικότητα.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Αγροτών, οι γυναίκες της υπαίθρου αποτελούν 42% όσων εργάζονται σε αγροτικές εργασίες, παράγουν 50% της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων και διαχειρίζονται τους φυσικούς πόρους των αγρο-οικοσυστημάτων. Με αφορμή, λοιπόν, την ημέρα αυτή παραθέτουμε κάποιες παρατηρήσεις για το ρόλο της γυναικείας αγροτικής επιχειρηματικότητας ως μοχλού ανάπτυξης της Ελληνικής υπαίθρου.
Οι γυναίκες της υπαίθρου αναπτύσσουν επιχειρήσεις σε πολλούς τομείς, γεγονός που συμβάλλει στη σταθερότητα και στην ανθεκτικότητα των τοπικών οικονομιών, ενώ παράλληλα αναδεικνύει τον σημαντικό ρόλο της γυναίκας σήμερα στο διαρκώς μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον.
Ιδιαίτερα στον αγροτικό χώρο, η επιχειρηματικότητα αποτελεί ασφαλή δίοδο για την πρόσβαση των γυναικών στην αγορά εργασίας. Η δυνατότητα διαφοροποίησης της τοπικής οικονομίας, η ευαισθητοποίηση του καταναλωτικού κοινού σε διατροφικά ζητήματα και η αναζήτηση ποιοτικών και ασφαλών τροφίμων, δημιουργούν επιχειρηματικές ευκαιρίες για τη γυναίκα της υπαίθρου.
Στην προσπάθεια ανάπτυξης της αγροτικής επιχειρηματικότητας, οι γυναίκες της υπαίθρου έχουν επιδείξει την τάση να δημιουργούν συλλογικά σχήματα, κυρίως συνεταιρισμούς. Σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία του ΥπΑΑΤ, σε όλη την Ελλάδα δραστηριοποιούνται 99 γυναικείοι συνεταιρισμοί.
Οι γυναικείοι αγροτικοί συνεταιρισμοί (αγροτουριστικοί, αγροβιοτεχνικοί και αγροοικοτεχνικοί) αποτελούν ένα σημαντικό κορμό για την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη της συλλογικής δράσης των γυναικών. Συμβάλλουν ουσιαστικά στην αξιοποίηση των τοπικών πόρων, προσφέρουν συμπληρωματικό εισόδημα στην αγροτική οικογένεια, μεταλαμπαδεύουν τις διαχρονικές ποιοτικές ελληνικές διατροφικές συνήθειες, διατηρούν και προβάλλουν την πολιτιστική κληρονομιά και δημιουργούν υγιείς συνθήκες για την παραμονή του αγροτικού πληθυσμού στον τόπο του.
Οι καλές προθέσεις, όμως, δεν αρκούν. Απαιτείται η ενεργοποίηση χρηματοδοτικών εργαλείων και η υλοποίηση παρεμβάσεων που θα υποβοηθήσουν τη δραστηριοποίηση των υφισταμένων, αλλά και τη σύσταση και λειτουργία νέων Γυναικείων Αγροτικών Επιχειρήσεων και Συνεταιρισμών. Συγκεκριμένα, οι προτάσεις μας περιλαμβάνουν:
• ενθάρρυνση των Αγροτικών Συλλογικών Σχημάτων, όπως Ομάδες και Οργανώσεις Παραγωγών, με ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση (φορολογικός συντελεστής 10%),
• αντικατάσταση του ισχύοντος συνεταιριστικού νόμου, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες του συνεργατισμού,
• άμεση ενεργοποίηση των Μέτρων και πόρων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 (σύμφωνα με τα στοιχεία του ΥπΑΑΤ, μέχρι σήμερα έχουν προκηρυχτεί μόνο 17 από τις 65 Δράσεις του ΠΑΑ, δηλαδή μόνο 26%),
• διασφάλιση εγγυητικών κεφαλαίων δανειοδότησης και επαρκούς χρηματοδότησης του αγροτικού τομέα,
• υποστήριξη της σύνδεσης της αγροτικής παραγωγής με άλλους κλάδους της Ελληνικής οικονομίας,
• συνολική αναθεώρηση του πλαισίου λειτουργίας για τις δομές υποστήριξης της επιχειρηματικότητας,
• μείωση του φορολογικού συντελεστή στα επιχειρηματικά κέρδη από το 29% στο 20%, εντός 2 ετών,
• θέσπιση εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή 9% μέχρι τις 10.000 ευρώ για τα φυσικά πρόσωπα,
• κατάργηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο κρασί.
Οι παραπάνω προτάσεις, εντασσόμενες σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανάδειξης της τοπικής ταυτότητας των αγροτικών περιοχών, μπορούν να στηρίξουν την επιχειρηματικότητα, να ενισχύσουν την διαφοροποίηση και τις ενέργειες συνεργασίας, να μειώσουν την κάθε μορφής μετανάστευση, να αντιμετωπίσουν την φτώχεια, τις κοινωνικές ανισότητες και την κοινωνική απομόνωση, να βελτιώσουν τη διαβίωση του τοπικού αγροτικού πληθυσμού και να συμβάλλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη της Ελληνικής υπαίθρου.
*Δρ. Μπαγινέτας Κων/νος, Γεωπόνος, Γραμματέας Αγροτικών Φορέων της Νέας Δημοκρατίας
** Τσάκωνα Χριστίνα, Δικηγόρος, Γραφείο Προέδρου Νέας Δημοκρατίας