Η Νέα Δημοκρατία, όπως συνηθίζει στα εθνικά ζητήματα, έχει κρατήσει μία απολύτως υπεύθυνη και προσεκτική στάση και στην υπόθεση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών. Και το κάνει αυτό, διότι αξιολογεί ως πολύ σημαντικές τις εξελίξεις με την κράτηση τους, καθώς κανονικά θα έπρεπε να επιστρέψουν άμεσα στην Ελλάδα, κάτι το οποίο δεν συνέβη.
Υπάρχουν, όμως, συγκεκριμένα ερωτήματα τα οποία θέσαμε και στη Βουλή και για τα οποία δυστυχώς δεν λάβαμε απάντηση. Τι ειπώθηκε στην περίφημη συνομιλία μεταξύ του κ. Τσίπρα και του κ. Ερντογάν όταν ο τελευταίος του τηλεφώνησε για την υπόθεση των 8 Τούρκων αξιωματικών; Ισχύει ή δεν ισχύει η εκδοχή του Τούρκου Προέδρου, σύμφωνα με την οποία ο κ. Τσίπρας του υποσχέθηκε ότι θα τους στείλει πίσω στην Τουρκία μέσα σε δέκα μέρες; Όλο αυτό το διάστημα ο κ. Τσίπρας σιωπά. Και χθες, ενώ προκλήθηκε ευθέως από τον κ. Μητσοτάκη, απέφυγε να δώσει οποιαδήποτε απάντηση. Η εκκωφαντική σιωπή του κ. Τσίπρα είναι -πολύ φοβόμαστε- ομολογία ενοχής. Ο κ. Τσίπρας, ως μη όφειλε και ξεπερνώντας τα όρια της δικαιοδοσίας του, δεσμεύθηκε για ένα ζήτημα για το οποίο μόνη αρμόδια ήταν -όπως αποδείχθηκε άλλωστε- η Δικαιοσύνη. Η ανεύθυνη στάση του και σε αυτό το ζήτημα αναδεικνύει και τις ευθύνες του στην υπόθεση την οποία καλούμαστε να διαχειριστούμε σήμερα.
Αυτό το οποίο υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία είναι πως ένα μεθοριακό ζήτημα -παρόμοιο με άλλα που υπήρξαν στο παρελθόν και τα οποία επιλύονταν άμεσα-, έχει εξελιχθεί σε μία πολύ σοβαρή υπόθεση. Η Κυβέρνηση, από την άλλη, συνεχίζει να δηλώνει πως πρόκειται για ένα σύνηθες ζήτημα όπως και άλλα αντίστοιχα του παρελθόντος. Κάτι όμως που έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τις ενέργειες της Κυβέρνησης η οποία επιχειρεί να διεθνοποιήσει το ζήτημα, με τις επαφές του κ. Τσίπρα με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, κ. Γκουτέρες αλλά και την προσπάθεια εμπλοκής της ΕΕ στην υπόθεση. Αν δεν πρόκειται για ένα κρίσιμης σημασίας ζήτημα, προς τι η ανάμειξη όλων αυτών των φορέων; Και αν πάλι υπάρχει όντως ζήτημα, γιατί ο κ. Πρωθυπουργός δεν αξιοποιεί τους διαύλους επικοινωνίας που περηφανεύεται ότι έχει για να επιλυθεί άμεσα το πρόβλημα και να επιστρέψουν οι δύο στρατιωτικοί; Πού είναι η συνέπεια ανάμεσα στα όσα δηλώνουν και στα όσα συμβαίνουν;
Ακόμη, είναι απορίας άξιο πως η Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι έχει εμπιστοσύνη στην τουρκική δικαιοσύνη, της οποίας η ανεξαρτησία αμφισβητείται από τους πάντες. Από τις Κυβερνήσεις των ξένων χωρών, από ανεξάρτητες οργανώσεις και από τους ίδιους τους πολίτες της Τουρκίας. Ο μόνος που φαίνεται να έχει εμπιστοσύνη στo τουρκικό σύστημα δικαίου είναι -όπως φαίνεται- ο κ. Τσίπρας και η Κυβέρνηση του. Δεν έχει ακούσει ποτέ για συλλήψεις δικαστικών ή παρεμβάσεις στη τουρκική δικαιοσύνη. Η Κυβέρνηση θα πρέπει επιτέλους να εγκαταλείψει την επαμφοτερίζουσα στάση που κρατάει επί του θέματος και να είναι πολύ προσεκτική με τις δημόσιες δηλώσεις στήριξης της ανεξαρτησίας της τουρκικής Δικαιοσύνης.
Όσον αφορά τώρα το επιχείρημα ότι η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για σύσταση προανακριτικής επιτροπής αποτελεί απόπειρα αποπροσανατολισμού από την ουσία της υπόθεσης Novartis, πρόκειται για έναν απόλυτα ψευδή ισχυρισμό. Είναι ξεκάθαρο ότι η δική μας πρόταση έγινε για να απαντήσει στην πολιτική δειλία του ΣΥΡΙΖΑ να εξαιρέσει τους Υπουργούς του από τον έλεγχο των πεπραγμένων στην Υγεία. Έγινε για να αναδείξει προφανείς ευθύνες που η κυβερνητική πλειοψηφία σκόπιμα παραβλέπει. Η Επιτροπή για τη Novartis θα έπρεπε να είναι μία. Και θα έπρεπε να εξετάζει τα πεπραγμένα όλων των κυβερνήσεων μέχρι σήμερα. Και επειδή αυτό δεν το έκανε η Κυβέρνηση, ζητήσαμε να γίνουν δύο προανακριτικές. Ζητάμε να πέσει φως στο σκοτάδι. Και θα επιμείνουμε μέχρι τέλους. Εξάλλου, τόσο για τους κ. Ξανθό και Πολάκη, όσο, πολύ περισσότερο, για τον κ. Κουρουμπλή υπάρχουν στοιχεία και καταγγελίες που τους εμπλέκουν στην υπόθεση. Ο κ. Κουρουμπλής συγκεκριμένα θα πρέπει να δώσει σαφείς απαντήσεις για την μη έκδοση δελτίου τιμών το πρώτο εξάμηνο του ‘15 και τα οφέλη που αποκόμισε εξ αυτού του λόγου η Novartis. Η προσπάθεια της Κυβέρνησης να εξαιρέσει τη δική της περίοδο και να μην διερευνηθούν τα πεπραγμένα της, αποδεικνύει ότι η μόνη απόπειρα αποπροσανατολισμού είναι της ίδιας.
Ιδίως δε όταν η ίδια η Νέα Δημοκρατία ζήτησε να φτάσει μέχρι το τέλος η προανακριτική για τα πολιτικά πρόσωπα στην υπόθεση Novartis, όταν πρώτη είπε “όλα στα φως”. Γι’ αυτό προειδοποιούμε τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ να μην τολμήσουν να κλείσουν άρον-άρον την Επιτροπή, αλλά να την αφήσουν να λειτουργήσει ώστε να λάμψει όλη η αλήθεια και να φανεί το μέγεθος της σκευωρίας. Η στάση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, τις πρώτες μέρες της προανακριτικής για τη Novartis αποδεικνύει ότι το μόνο που την ενδιαφέρει είναι να πετάει λάσπη. Οι αντιφάσεις τους, όμως, δεν μπορούν να κρυφτούν. Ενώ αρχικά μιλούσαν για το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού Κράτους, έρχονται τώρα και υποστηρίζουν να μην μπει η Επιτροπή στην ουσία της υπόθεσης, αλλά να εξετάσει μόνο το ζήτημα της αρμοδιότητας. Πώς θα συμβεί αυτό, αν δεν μπει και στην ουσία; Αν δεν εξεταστεί για ποια αδικήματα μιλάμε και πότε αυτά δήθεν διαπράχθηκαν; Πώς θα γίνει αυτό αν δεν έρθουν οι μάρτυρες για να φανεί ή όχι η βασιμότητα των ισχυρισμών τους; Ζητούν να μην εξεταστούν οι μάρτυρες για να μην καταρρεύσει με τον πιο παταγώδη τρόπο η όλη μεθόδευσή τους. Αυτό ακριβώς δείχνει ότι δεν ενδιαφέρει τον ΣΥΡΙΖΑ καν η απόδειξη ενοχής, όπως το Κράτος δικαίου επιβάλλει, αλλά η κατασκευή υπόπτων. Αντιθέτως, η στάση της Νέας Δημοκρατίας είναι η μόνη συνεπής και υπεύθυνη και μπορεί να οδηγήσει στην πραγματική διαλεύκανση της υπόθεσης, κάτι το οποίο θα έπρεπε να είναι και το ζητούμενο.
Οι δε ισχυρισμοί εκ μέρους της κυβέρνησης ότι το “πάρτι” στον χώρο της υγείας τελείωσε το 2015, είναι τουλάχιστον αστείοι. Η αξίωσή τους ότι πρέπει να ερευνήσουμε ό,τι συνέβη μόνο μέχρι το 2015 είναι και προκλητική και ενοχική και φυσικά δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Πολλώ δε μάλλον, όταν ο τζίρος και τα κέρδη της Novartis, αλλά και άλλων φαρμακευτικών εταιριών αυξήθηκαν. Ο αριθμός των συνταγών αυξήθηκε σχεδόν 50%! Από τις 5,3 εκατ. μηνιαίως το 2014, σε 6,3 εκατ. το 2016 και συνέχισαν να αυξάνονται και το 2017. Η υπερσυνταγογράφηση έχει ξεπεράσει πια κάθε προηγούμενο. Και μάλιστα, αυτό συνέβη παρά το ότι η Κυβέρνηση έχει στα χέρια της το πληροφοριακό σύστημα της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, με ενσωματωμένα εργαλεία για την ανίχνευση, την πρόβλεψη και την αποτροπή της απάτης. Ποιος ωφελήθηκε από αυτό; Οι φαρμακοβιομηχανίες ωφελήθηκαν, οι οποίες με την αύξηση των συνταγών κάλυψαν τις απώλειες εσόδων από την όποια μείωση των τιμών στα φάρμακα. Το συμπέρασμα: κάποιοι συνεχίζουν να κάνουν “πάρτι” στην Υγεία με τα έξοδα του ελληνικού λαού. Και η Κυβέρνηση δεν έχει κανένα άλλοθι.