Διμερή συνάντηση με τον Eπίτροπο Phil Hogan, αρμόδιο για τα αγροτικά θέματα, είχε στις Βρυξέλλες ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων, Βαγγέλης Αποστόλου, στο πλαίσιο του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας της 19ης Μαρτίου 2018.
Κατά τη συνάντηση με τον Επίτροπο ο Έλληνας υπουργός, σε συνέχεια των όσων ανέφερε κατά την ομιλία του στο Συμβούλιο, ανέπτυξε διεξοδικά τους λόγους για τους οποίους η χώρα μας ζητάει την απόσυρση της πρότασης της Κομισιόν για «πλήρη εξωτερική σύγκλιση» των άμεσων ενισχύσεων ανά εκτάριο.
Ο κ. Αποστόλου κατέστησε σαφές ότι η χώρα μας δεν μπορεί να αποδεχθεί την πρόταση της Κομισιόν καθώς, λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών και της ιδιαίτερης διάρθρωσης της γεωργίας της, βρίσκεται σε μια από τις τελευταίες θέσεις όσον αφορά τις ενισχύσεις ανά εκμετάλλευση.
Αν επρόκειτο λοιπόν να πραγματοποιηθεί «πλήρης εξωτερική σύγκλιση» βασισμένη μόνο στις άμεσες ενισχύσεις ανά εκτάριο, ένας πολύ μεγάλος αριθμός, κυρίως μικρών εκμεταλλεύσεων, θα καθίστατο μη βιώσιμος, η γεωργική δραστηριότητα θα εγκαταλείπονταν, με σοβαρές συνέπειες για την οικονομία, την κοινωνική συνοχή και το περιβάλλον.
Στον αντίποδα των προτάσεων της Κομισιόν, η χώρα μας προτείνει έναν αντικειμενικό επανυπολογισμό των άμεσων ενισχύσεων ανά Κράτος-Μέλος που να λαμβάνει υπόψη ένα ευρύ φάσμα παραμέτρων, όπως η αναλογία γεωργικού εισοδήματος και εισοδήματος από άλλες οικονομικές δραστηριότητες, τα είδη των καλλιεργειών, το μέγεθος και την ανταγωνιστικότητα των εκμεταλλεύσεων, το επίπεδο στήριξης ανά εκμετάλλευση, το κόστος των εισροών κ.λπ.
Ο κ. Αποστόλου κάλεσε τον Ευρωπαίο Επίτροπο να λάβει υπόψιν του την Ελληνική επιχειρηματολογία στις προτάσεις του για το σχεδιασμό του νέου Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου καθώς και στις διαβουλεύσεις εντός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σταθμίζοντας τις συνέπειες που θα είχαν για την Ελλάδα η ταυτόχρονη εφαρμογή περικοπών λόγω του προϋπολογισμού της ΚΑΠ και περικοπών εξαιτίας της σύγκλισης.
Ειδικότερα, ο κ. Αποστόλου ανέφερε στον κ. Phil Hogan, μεταξύ άλλων, τα εξής:
Είναι αλήθεια ότι κοιτάζοντας τα στατιστικά των άμεσων ενισχύσεων με βάση την έκταση βλέπει κανείς την Ελλάδα στις υψηλότερες θέσεις. Όμως, αυτό και μόνο το στοιχείο δεν δίνει την πλήρη εικόνα ούτε αποτυπώνει την πραγματική κατάσταση της γεωργίας και της οικονομίας τόσο για την Ελλάδα όσο και για τα υπόλοιπα Κράτη-Μέλη.
Όπως αναφέρει η «Ανακοίνωση για την ΚΑΠ» αλλά και το «Έγγραφο Προβληματισμού της Επιτροπής σχετικά με το Μέλλον των Οικονομικών της ΕΕ», οι άμεσες ενισχύσεις καλύπτουν, εν μέρει, το χάσμα μεταξύ του γεωργικού εισοδήματος και του εισοδήματος σε άλλους οικονομικούς τομείς. Η αναλογία μεταξύ αυτών των εισοδημάτων είναι συγκεκριμένη για κάθε Κράτος Μέλος και αντικατοπτρίζει την ισορροπία που έχει επιτευχθεί σε αυτό και η οποία εξασφαλίζει την διατήρηση της γεωργικής δραστηριότητας σε κάποια επίπεδα. Για παράδειγμα στην Ελλάδα το γεωργικό εισόδημα είναι το 54,9% του μέσου εισοδήματος ενώ στη Λιθουανία είναι το 61,5%, στη Βουλγαρία το 78,9%, στη Σλοβακία το 88% και στην Εσθονία το 138%.
Συνεπώς είναι προφανές ότι σε πολλές από τις χώρες που πιέζουν για «εξωτερική σύγκλιση» με βάση τις ενισχύσεις ανά εκτάριο, η αναλογία του γεωργικού σε σχέση με το μέσο εισόδημα είναι ευνοϊκότερη για το γεωργικό εισόδημα από αυτήν της Ελλάδος.
Επιπλέον, η Ελλάδα έχει μια ιδιαίτερη διάρθρωση στη γεωργία της. Οι περισσότερες από τις γεωργικές της εκμεταλλεύσεις είναι μικρές ή πολύ μικρές σε μέγεθος και αυτό εξηγεί το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των άμεσων ενισχύσεων κατευθύνεται σε τέτοιου είδους εκμεταλλεύσεις. Το 80,7% των άμεσων ενισχύσεων πηγαίνει σε εκμεταλλεύσεις μικρότερες των 50 εκταρίων, δηλαδή μικρότερες σε μέγεθος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η μέση δε στήριξη ανά εκμετάλλευση είναι μόλις 3000 ευρώ η οποία αντιστοιχεί μόλις στο 49% του μέσου όρου της Ευρ. Ένωσης και τοποθετεί την Ελλάδα σε μία από τις τελευταίες θέσεις του Πίνακα των ενισχύσεων ανά εκμετάλλευση.
Επιπλέον, η Ελλάδα έχει εξαιρετική ποικιλομορφία στο είδος των καλλιεργειών της. Το γεγονός αυτό αντανακλάται και στις εκμεταλλεύσεις. Λόγω των αγρονομικών συνθηκών, κάθε εκμετάλλευση ασχολείται με περισσότερες από μία γεωργικές δραστηριότητες σε διαφορετικά μέρη πολλές φορές, γεγονός που σημαίνει ότι το κόστος ανά εκτάριο είναι πολύ υψηλότερο σε σύγκριση με το κόστος των μεγάλων εκμεταλλεύσεων που ασχολούνται με μια γεωργική δραστηριότητα.
Συνεπώς, επιβεβαιώνεται αυτό που η ίδια η Επιτροπή καταγράφει στην ανάλυση της ότι δηλαδή οι διαφορές στο ύψος των άμεσων ενισχύσεων μεταξύ των Κρατών-Μελών αντανακλούν και τις διαφορετικές οικονομικές και αγρονομικές συνθήκες.
Αν επρόκειτο να πραγματοποιηθεί εξωτερική σύγκλιση βασισμένη μόνο στις άμεσες ενισχύσεις ανά εκτάριο, ένας πολύ μεγάλος αριθμός, κυρίως μικρών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα και σε άλλα Κράτη Μέλη, θα καθίστατο μη βιώσιμος, η γεωργική δραστηριότητα θα εγκαταλείπονταν, με σοβαρές συνέπειες για την οικονομία, την κοινωνική συνοχή και το περιβάλλον. Γεγονός το οποίο είναι αντίθετο με τους ίδιους τους στόχους της ΚΑΠ.
Για τους παραπάνω λόγους πιστεύουμε ότι ένας αντικειμενικός επανυπολογισμός των άμεσων ενισχύσεων ανά Κράτος-Μέλος θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη ένα ευρύ φάσμα παραμέτρων, όπως η αναλογία γεωργικού εισοδήματος και εισοδήματος από άλλες οικονομικές δραστηριότητες, τα είδη των καλλιεργειών, το μέγεθος και την ανταγωνιστικότητα των εκμεταλλεύσεων, το επίπεδο στήριξης ανά εκμετάλλευση, το κόστος των εισροών και βέβαια και τα ποσά τα οποία μεταφέρθηκαν από τον 1ο στον 2ο Πυλώνα με ευθύνη του Κράτους Μέλους.