Ομάδα
Κοινωνικής
Εγρήγορσης

Εκτός λογικής, κινείται η απόκρυψη της ύπαρξης πολυπληθούς, Ελληνικής μειονότητας στά Σκόπια από τις εκάστοτε Κυβερνήσεις μας, η οποία ανέρχεται, σύμφωνα με αδιάσειστα στοιχεία σε περίπου 360.000 άτομα, ήτοι το 18% του πληθυσμού της γειτονικής χώρας.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τις επίσημες απογραφές που διενεργήθηκαν τόσο επί ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, όσο και επί περιόδου Κίρο Γκλιγκόρωφ αλλά και από τις τεκμηριωμένες έρευνες του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, επί Υπουργίας Βιργινίας Τσουδερού.
Πρόκειται για Έλληνες, που ζούσαν σε οργανωμένες κοινότητες και οι οποίοι εξαναγκάστηκαν, από τον προηγούμενο αιώνα, σε ξεριζωμό από τις πατρογονικές τους εστίες και σε διασπορά, σε προκαθορισμένες, από το τότε καθεστώς περιοχές.
Η πρωτοφανής τρομοκρατία που ασκήθηκε σε βάρος τους, έφτασε μέχρι του σημείου της υποχρεωτικής αλλαγής ονοματεπωνύμων, σε όλους, ανεξαιρέτως, ενώ η καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους, που συνεχίζεται, ακόμη, μέχρι σήμερα, έχει στοιχίσει την απώλεια της Ελληνικής συνείδησης σε περίπου 100.000 άτομα.
Όμως, αυτή τη στιγμή υπάρχει ελληνόφωνος πληθυσμός 250.000 ψυχών, που απευθύνει έκκληση για βοήθεια στην Ελλάδα για να ανοίξουν Ελληνικά σχολεία, για την αποστολή Ελλήνων δασκάλων, για την χορήγηση υποτροφιών από την πολιτεία και την Εκκλησία, για χειροτόνηση κληρικών και για την απόκτηση διπλής υπηκοότητας, όπως ακριβώς συνέβη και με τους Βορειοηπειρώτες.
Οι Έλληνες αυτοί βρίσκονται κυρίως στις πόλεις των Σκοπίων, Μοναστηρίου, Περλεπής και Ρέζνας αλλά και στο Κρούσοβο, στην Αχρίδα, στη Στρωμνίτσα, στην Άστιβο, στη Νικόπολη και αλλού, όπου προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα ιδιαίτερα εχθρικό περιβάλλον.
Πράγματι, σύμφωνα με πληροφορίες, στα Σκόπια οι Έλληνες προκειμένου να εργαστούν στο δημόσιο ή οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία, αναγκάζονται να κρύψουν την εθνική τους ταυτότητα, ενώ συχνά καλούνται από τις Αστυνομικές αρχές, για να δώσουν εξηγήσεις, για τις κινήσεις και τις επαφές τους.
Το αποκορύφωμα των διώξεων είναι η φυλάκιση, για τρία, περίπου, χρόνια, του Έλληνα Αρχιεπίσκοπου Αχρίδος Ιωάννη, ο οποίος τυγχάνει της αναγνώρισης του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κων/λεως σε αντίθεση με την αυτοαποκαλούμενη “Μακεδονική Εκκλησία” των Σκοπίων, που έχει χαρακτηριστεί ως σχισματική.
Προηγήθηκε, τον Ιούνιο του 2006, απόπειρα λιντσαρίσματος, του ιδίου του Ιωάννη, μπροστά στο κτήριο της Αστυνομικής Διεύθυνσης του Μοναστηρίου και κατά τα επεισόδια, τραυματίστηκε, βαριά, ο Έλληνας ιερέας Borijan Vitanov, ενώ, την ίδια μέρα, ο Αρχιεπίσκοπος μεταφέρθηκε στις φυλακές Ιντρίζοβο, όπου τον κούρεψαν, τον ξύρισαν, του αφαίρεσαν τα ράσα και του απαγόρευσαν κάθε πρόσβαση σε αλληλογραφία.
Τα θλιβερά αυτά περιστατικά δεν στάθηκαν ικανά να συγκινήσουν το Ελληνικό κράτος, που θα έπρεπε, άμεσα, να έχει αντιδράσει, με διαβήματα διαμαρτυρίας, αναδεικνύοντάς τα σε μείζονα διπλωματικά ζητήματα με ενημέρωση της διεθνούς κοινότητας και την επιβολή οικονομικών κυρώσεων.
Τα γεγονότα αυτά, που εξελίσσονταν, μέχρι το 2016, σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, ήρθαν να συμπληρώσουν παλαιότερες θηριωδίες των Σκοπιανών, εις βάρος Ελληνορθόδοξων Ιερών Ναών και Μονών αλλά και εναντίον μεμονωμένων ιερέων και μοναχών.
Το 2004, καθοδηγούμενος όχλος πυρπόλησε την Ιερά Μονή, που βρίσκεται στο χωριό Νιζόπολη, κακοποιώντας και εξευτελίζοντας τους μοναχούς και με την χρήση βίας εκκένωσαν άλλες 4 Μονές.
Τον Οκτώβριο του 2004, κατεδάφισαν τον Ιερό Ναό του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου και το παρεκκλήσι του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης, στην πόλη του Μοναστηρίου.
Επίσης, αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2004 στις πόλεις Πριλεπή και Ρέσνα ισοπεδώθηκαν οικίες, πυρπολήθηκαν περιουσίες και κινδύνεψαν ανθρώπινες ζωές.
Ούτε σε αυτή την περίπτωση υπήρξε η παραμικρή διαμαρτυρία από Ελληνικής πλευράς.
Ένα Ελληνικό κράτος, που έχει προχωρήσει την διαδικασία διαπραγμάτευσης, για την ένταξη των Σκοπίων σε Ευρώπη και ΝΑΤΟ, είναι αδιανόητο να μην έχει θέσει εκ των προτέρων, τόσο στους διεθνείς οργανισμούς, όσο και σε διμερές επίπεδο τις διαχρονικές βαρβαρότητες, οι οποίες έχουν διαπραχθεί, απαιτώντας πλήρη σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την απόλυτη προστασία τους, όπως ορίζει, για τις μειονότητες, το διεθνές δίκαιο.
Η Ομάδα Κοινωνικής Εγρήγορσης παραμένει έκπληκτη, μπροστά σε αυτό το σκηνικό που διαδραματίζεται, πώς μια χώρα δύο εκατομμυρίων ατόμων να μπορεί να ασκεί αυτού του είδους τις πρακτικές, απέναντι σε μία χώρα, πενταπλάσια σε πληθυσμό, χωρίς η Κυβέρνηση και η Εκκλησία να ξεσηκωθούν εναντίον τους και χωρίς η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο ΟΗΕ να λάβουν μέτρα για την βίαιη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που συμβαίνει, τώρα, στην γειτονική χώρα.