Ενώ η χώρα διανύει μια άχαρη και άνευρη προεκλογική περίοδο, η πολιτική ζωή, για πολλοστή φορά, περιστρέφεται γύρω από τα επουσιώδη ζητήματα. Την καθημερινότητα χαρακτηρίζουν οι άναρθρες κραυγές, τα τεχνητά διλήμματα και οι βαρύγδουπες δηλώσεις των υποψηφίων, τα στοχευμένα μηνύματα και τα δελεαστικά πακέτα προσφορών – κατ΄επιταγή των κανόνων της διαφημιστικής αγοράς – των κομμάτων προς τους ανυποψίαστους πολίτες/πελάτες/καταναλωτές. Θα περίμενε κανείς ότι η παραγωγή/εκφορά του πολιτικού λόγου την περίοδο αυτή, θα σηματοδοτούσε την υπέρβαση της παθολογίας του πάσχοντος πολιτικού συστήματος. Η πολιτική ζωή, όμως, συνεχίζει να καταδυναστεύεται από την έλλειψη κοινής γλώσσας και το γεγονός ότι, ως λαός, έχουμε μια ροπή προς την υπερβολή. Ακόμη κι αν η διαπίστωση αυτή ενέχει τον κίνδυνο αυθαίρετης κρίσης και υπερβολής, είναι αλήθεια πως τούτο το γεγονός βαρύνει εξ΄ ολοκλήρου τους πολίτες…
Όσους πολίτες προσεγγίζουν ανορθολογικά την πολιτική ήτοι επιμένουν να αναλύουν με συναισθηματικούς όρους τα γεγονότα, ζουν με την ψευδαίσθηση της συμμετοχής στα πολιτικά δρώμενα της χώρας. Για το λόγο αυτό κάποιοι κραδαίνουν φθηνά ιδεολογήματα και ανύπαρκτους φόβους, ενώ άλλοι μεταμφιεσμένοι εμπορεύονται την ελπίδα και ανέξοδα αμπελοφιλοσοφούν. Επενδύουν στην συλλογική ανασφάλεια, στην άγνοια και στην πολιτική υπανάπτυξη των πολιτών, ενώ, ταυτόχρονα, από κοινού, ομνύουν στα ίδια σύμβολα, αντλούν ενέργεια και επιχειρήματα από την ίδια δεξαμενή ιδεών, την ίδια ιδεολογική μήτρα. Τη μνημονιακή εποχή, με τις επώδυνες συνέπειες και τις δεσμευτικές υποχρεώσεις για τη χώρα, που απαιτεί με όχημα την ψυχρή τεχνοκρατική ρητορική και το δόγμα της συναίνεσης/υποταγής τη διεκπεραίωση των πάντων στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης ανάπτυξης…
Παρά την ανάδειξη της περιώνυμης ανάπτυξης – με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο ιδιωτικών επενδύσεων, απασχόλησης και απεμπλοκής της χώρας από το βραχνά των μνημονίων – σε μείζονα πολιτικό στόχο, ο δημόσιος λόγος στερείται πολιτικού περιεχομένου και η κριτική περιορίζεται στην επισήμανση των προβλημάτων όχι στην αντιμετώπιση και την επίλυσή τους. Οι πολίτες αντιμέτωποι με τις γνωστές δημοσιογραφικές ακροβασίες και τις ασέλγειες στο ιδεολογικοπολιτικό στίγμα των κομμάτων αναμασούν αναιμικές αλήθειες. Παραμένουν θύματα των εκλογικεύσεων και του ναρκισσισμού της σκέψης των πλανόδιων μικροπωλητών ιδεών – κάθε άνθρωπος φέρει την ευθύνη που του αναλογεί, πολλώ δε μάλλον διακρίνεται με βάση το ήθος, την κουλτούρα και τον βαθμό γνώσης που έχει κατακτήσει στο διάβα της ζωής – ήτοι των υποψηφίων με το στρατευμένο, ρηχό και προβλέψιμο πολιτικό λόγο…
Ακόμη και αυτοί οι νεοσσοί της πολιτικής ζωής – άτομα δίχως ανάλογη κομματική διαδρομή, πολιτική προπαίδεια, μετριοπάθεια και αυτοκυριαρχία – κινούνται στο ίδιο πλαίσιο με τους παλαιούς. Ενσωματώνουν στη δημόσια εικόνα και τη συμπεριφορά τους ότι απολιτικό, λαϊκιστικό και αποκρουστικό έχει να επιδείξει το χθες. Αντιδρούν με πανομοιότυπο και απαράλλαχτο τρόπο. Πωλούν κομματικό πατριωτισμό και εθνική ευαισθησία κατ΄επιταγή των όρων του πολιτικού χρηματιστηρίου και των κανόνων του πολιτικού μάρκετινγκ. Προσεγγίζουν τις ανάγκες και τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας δίχως λογικό ειρμό, δομημένη επιχειρηματολογία και ουσιαστική αντίληψη. Μοιραία, λοιπόν, έτσι, εκφέρουν ένα λόγο ήσσονος σημασίας και αδιάφορο για το ευρύ κοινό. Σε κάθε περίπτωση, ζούμε σε μια εποχή που ουδόλως γοητεύει και συγκινεί τους πολίτες. Εποχή απ΄ όπου έχει αποβληθεί παντελώς η πολιτική, απουσιάζουν οι ιδεολογικές ζυμώσεις, συγκρούσεις. Μια ασυνήθιστα ιδιαίτερη πολιτική εποχή στο καθαρτήριο της οποίας συνυπάρχουν αρμονικά οι διάφοροι πολιτικοί τσαρλατάνοι, κυριαρχούν οι καιροσκοπικές πολιτικές μετακινήσεις και οι ασύλληπτες ωσμώσεις ιδεών…
*Πολιτικός Επιστήμων – Τεχ.Γεωπόνος – Παιδαγωγός