Διανύει μια από τις πιο δημιουργικές περιόδους της καριέρας της, καθώς πρωταγωνιστεί σε δυο από τις δυνατές θεατρικές παραστάσεις που παίζονται αυτήν την περίοδο στην Αθήνα.
Μιλάμε για το «Παγκάκι» του Αλεξάντερ Γκέλμαν (θέατρο «Τόπος Αλλού») και τον μονόλογο «Η Κυρά της Ρω» του Γιάννη Σκαραγκά που θα παίζεται μέχρι την Κυριακή των Βαϊων στο θέατρο «Θησείον». Με σπουδές πάνω στην υποκριτική αλλά και στη μουσική, η Φωτεινή Μπαξεβάνη είναι ένας άνθρωπος που δεν επαναπαύεται ποτέ. Ψάχνει συνέχεια την επόμενη πρόκληση, το επόμενο στοίχημα που θα κληθεί να κερδίσει. Η ταλαντούχα ηθοποιός μιλάει στην ΑΜΑΡΥΣΙΑ για τους δυο ρόλους που γεμίζουν τη ζωή της αυτήν την περίοδο, την δισκογραφική εταιρεία που διατηρούσε και αναγκάστηκε να κλείσει και την κρίση που έχει πλήξει και το επάγγελμα του ηθοποιού.
Συνέντευξη: Τάσος Μεργιάννης
Οι ήρωες στο «Παγκάκι» λένε ασύστολα ψεύδη ο ένας στον άλλον. Τι ωθεί τους ανθρώπους στο ψέμα;
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους λέμε ψέματα. Ίσως θέλουμε να ωραιοποιήσουμε μια σκληρή αλήθεια ή να μην πληγώσουμε τον συνομιλητή μας. Δυστυχώς, κάποιες φορές το ψέμα είναι «αναγκαίο κακό». Για παράδειγμα, όταν ένας άνδρας και μια γυναίκα γνωρίζονται και ανάμεσά τους δημιουργείται το στοιχείο του φλερτ και της διεκδίκησης, θέλουν να παρουσιάσουν τον εαυτό τους στον άλλον ως κάτι καλύτερο απ΄ αυτό που στην πραγματικότητα είναι. Πολλές φορές λέμε ψέματα ακόμα και στον ίδιο τον εαυτό μας. Γιατί , κάτι άλλο θέλαμε να γίνουμε και δεν τα καταφέραμε. Όπως λέει χαρακτηριστικά και η ηρωίδα μου «δεν θέλω να πεθάνω αποτυχημένη. Αφού δεν έγινα αυτό που ήθελα, καλύτερα να το φαντάζομαι». Έτσι, με υλικό το ψέμα χτίζουμε μια νέα πραγματικότητα. Το κάνουμε τόσο έντονα που πολλές φορές πιστεύουμε τα ίδια τα ψέματά μας. Είναι φοβερό αυτό.
Ποια είναι η δική σας σχέση με το ψέμα;
Από μικρή ήμουν πολύ κακή με τα ψέματα. Τα έλεγα με τόσες λεπτομέρειες προσπαθώντας να μην με καταλάβουν που τελικά πετύχαινα το αντίθετο αποτέλεσμα.
Πώς θα περιγράφατε την ηρωίδα που υποδύεστε;
Διηγείται με τόση φυσικότητα κάποια πράγματα που θα ήθελε να ζήσει αλλά απλώς τα φαντάζεται, που νομίζεις ότι έχουν γίνει στην πραγματικότητα. Μόνο σε στιγμές βαθιάς κρίσης αλήθειας, παραδέχεται τα ψέματά της.
Ποιο είναι το δυνατό σημείο του έργου;
Έχει τεράστιο ενδιαφέρον, γιατί είναι γεμάτο ανατροπές. Μέχρι το φινάλε δεν μπορείς να μαντέψεις αν θα εξελιχθεί η σχέση των ηρώων, αν τελικά έλεγαν αλήθεια ή ψέματα. Θα μπορούσε αυτή η παράσταση να συνεχιζόταν για πάντα. Όσο μας «τσακώνουν» να λέμε ψέματα, εμείς θα ισχυριζόμαστε ότι «υπάρχει μια αλήθεια» και έτσι το ένα ψέμα θα φέρνει το άλλο εις το διηνεκές.
Το επιμύθιο ποιο θα μπορούσε να είναι;
Σημασία τελικά έχει να παραδεχτούμε τις μοναξιές μας και να αγαπήσουμε αυτό που ακριβώς είμαστε.
Πώς είναι η συνεργασία σας με τον παρτενέρ σας επί σκηνής, Γιώργο Κιμούλη;
Είναι η πρώτη φορά που συνεργαζόμαστε και θέλω να πω ότι είμαι πολύ χαρούμενη που βρισκόμαστε επί σκηνής. Μια εξαιρετική συνεργασία με έναν υπέροχο άνθρωπο που πάντα εκτιμούσα και θαύμαζα.
Με την δεύτερη ιδιότητά σας, αυτή του συνθέτη, υπογράφετε την μουσική της παράστασης. Πώς ξεκίνησε η αγάπη σας για την μουσική;
Από παιδί ξεκίνησα σπουδές μουσικής. Τελειώνοντας την δραματική σχολή του Εθνικού θεάτρου, δούλεψα και ως μουσικός και ως ηθοποιός. Αν και η ιδιότητά του μουσικού δεν φαίνεται τόσο πολύ όσο αυτή του ηθοποιού, δεν έπαψα ποτέ να κάνω και αυτό. Μάλιστα, το 2008 ίδρυσα μια δισκογραφική εταιρεία αποκλειστικά με εκδόσεις πρωτότυπης μουσικής για θέατρο και κινηματογράφο καθώς και ελληνική τζαζ.
Με ποιο σκοπό;
Φιλοδοξούσα να στεγάσω αυτά τα είδη και να αρχειοθετήσω σχεδόν όλη την μουσική που έχει γραφτεί για το ελληνικό θέατρο. Η μουσική του θεάτρου πεθαίνει μετά το τέλος της παράστασης και καμία δισκογραφική δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτό το είδος. Δυστυχώς μετά ήρθε η κρίση και αναγκάστηκα να κλείσω την εταιρεία, την οποία φιλοδοξώ κάποια στιγμή να ξανανοίξω.
Εκτός από το «Παγκάκι» σας βρίσκουμε στον μονόλογο «Η κυρά της Ρω» στο θέατρο «Θησείον». Εκεί υποδύεστε την αντιστασιακή ηρωίδα Δέσποινα Αχλαδιώτη, η οποία ύψωνε την ελληνική σημαία στην ακριτική νησίδα της Ρω κάθε πρωί επί 40 χρόνια. Μελετώντας την βιογραφία της, τι σας έκανε εντύπωση;
Η δύναμη αυτής της γυναίκας. Το πώς άντεξε επί 40 χρόνια σε μια νησίδα σε έναν κόσμο διαλυμένο γύρω της, καθώς μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Εκείνη όμως δημιούργησε τον δικό της δυνατό κόσμο, έχοντας δίπλα της τον άνδρα που αγάπησε. Φροντίσαμε να μάθουμε τα πάντα για εκείνη, καθώς λίγα πράγματα ήταν γνωστά.
Τι θα μπορούσατε να μας πείτε για την ιστορία αυτής της γυναίκας;
Στη Ρω, η Δέσποινα Αχλαδιώτη βρέθηκε από έρωτα. Ήταν πολύ ερωτευμένη με τον άνδρα της, τον οποίο δεν ήθελαν οι γονείς της, καθώς εκείνη προέρχονταν από πλούσια οικογένεια και εκείνος ήταν ένας απλός βοσκός. Οι γονείς της ήθελαν να την δώσουν με προικοσύμφωνο αλλά εκείνη επέλεξε τον άνδρα της καρδιάς της και μαζί με κάποια ζώα που εξέτρεφαν έφυγαν το 1927 για τη Ρω. Δυστυχώς, ο άνδρας της το 1940 πέθανε από καρδιά. Εκείνο το βράδυ άναψε φωτιά μήπως την δει κάποιος ψαράς ώστε να τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο. Επειδή η Ρω δεν φαινόταν από το Καστελόριζο, τον έβαλε μόνη της σε μια βάρκα και ξεκίνησε να κάνει κουπί. Προσωπικά, επισκέφτηκα την Ρω και το σπιτάκι που έζησε. Όλες οι λέξεις που λέω στην παράσταση τις νιώθω, γιατί έχω μπροστά μου τις αληθινές εικόνες.
Το κείμενο είναι προϊόν μυθοπλασίας;
Δεν κάνουμε ντοκιμαντέρ. Ούτε κι εγώ εμφανισιακά έχω κάποια σχέση με την Κυρά της Ρω. Το κείμενο το οποίο υπογράφει ο Γιάννης Σκαραγκάς είναι μυθοπλασία, αλλά όλα τα στοιχεία για τη ζωή της είναι αληθινά. Είναι τόσο υπέροχο το κείμενο που έχουμε πολλές προτάσεις από το εξωτερικό για να ανεβάσουμε την παράσταση. Τον Ιούνιο θα κάνουμε περιοδεία στην Αυστραλία και του χρόνου στην Αμερική.
Η οικογένεια της Δέσποινας Αχλαδιώτη είδε την παράσταση;
Ο ανιψιός της, Γιώργος Αχλαδιώτης όχι μόνο είδε την παράσταση αλλά μας διηγήθηκε όλη τη ζωή της. Την 1η Σεπτεμβρίου παίξαμε στο προαύλιο της Σατραπείας σχολής Καστελορίζου, εκεί όπου είχε πάει και η ίδια σχολείο. Η συγκίνηση ήταν τεράστια για εμάς βλέποντας την χαρά στο πρόσωπο των ντόπιων. Το Καστελόριζο είναι ένα πανέμορφο μέρος που κάθε άνθρωπος- όχι μόνο Έλληνας- αξίζει να πάει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τους Ακρίτες μας. Οφείλουμε να τους θυμόμαστε και να τους μνημονεύουμε.
Επειδή προσωπικά υπηρέτησα τόσο στην Ρω όσο και στο Καστελόριζο, θα ήθελα να σας ρωτήσω πώς σας ακούστηκε η δήλωση του πρώην Υπουργού Γιάννη Τσιρώνη ότι «το Καστελόριζο δεν βρίσκεται στο Αιγαίο»;
Την θεωρώ ατόπημα. Αν και στη συνέχεια ισχυρίστηκε ότι την είπε στη ροή της κουβέντας, βλέποντας το βίντεο διαπίστωσα ότι ήταν μια ξεκάθαρη κουβέντα. Πρέπει να προσέχουμε τι λέμε όταν μιλάμε δημόσια.
«Ο αγώνας της ζωής δεν σταματάει ποτέ»
Από το Καστελόριζο στις 23 Απριλίου 2010 όταν ο τότε πρωθυπουργός ανακοίνωσε την προσφυγή της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης, ξεκίνησε η ιστορία των Μνημονίων. Πόσο επηρέασε αυτό το επάγγελμά σας;
Το επάγγελμα του ηθοποιού με την κρίση πήγε πολύ πίσω και δεν ξέρω αν θα καταφέρει ποτέ να επανέλθει. Μέσα σε μια νύχτα χάθηκαν τα εργασιακά μας δικαιώματα και οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Υπάρχει ελπίδα;
Όλα τα πράγματα στη ζωή κάνουν κύκλο. Προσωπικά, είμαι αισιόδοξος άνθρωπος και θέλω να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο. Τι θα κάνουμε δηλαδή; Θα πάμε όλοι να πεθάνουμε; Πρέπει να το παλέψουμε. Ο αγώνας της ζωής είναι ένας αγώνας που δεν σταματάει ποτέ.
Αν και βρίσκεστε στο θέατρο από τότε που αποφοιτήσατε από την σχολή, η μεγάλη πλειονότητα του κοινού σας γνώρισε μέσα από έναν τηλεοπτικό ρόλο στο σίριαλ «Εγκλήματα». Ήταν κάτι που σας ενόχλησε;
Καθόλου. Παράλληλα με το θέατρο έκανα για δέκα χρόνια ανελλιπώς τηλεόραση. Είναι κι αυτό μέρος της δουλειάς μας. Άλλωστε, μέσα από την τηλεόραση έρχονται και στο θέατρο καινούργιοι θεατές που φιλοδοξούμε να γίνουν κι αυτοί θεατρόφιλοι. Μόνο αγάπη και ευγένεια εισέπραξα από τον κόσμο που με σταματούσε στον δρόμο εκείνη την περίοδο επειδή με έβλεπε στην τηλεόραση.