Κάποιοι άνθρωποι αυτή την περίοδο ήτοι μετά την επιβολή απαγόρευσης της κυκλοφορίας, όπου τα πάντα έχουν καταστεί καταναλωτική πληροφορία, τίθενται για λόγους συνείδησης ενώπιον πολλών διλημμάτων.
Μέσα τους συγκρούεται ο σεβασμός απέναντι στο νόμο και η αντίληψη για τη ζωή και την πίστη τους. Δεν κατανοούν ότι η πορεία και η έκβαση των κρίσιμων γεγονότων, που διανύει σήμερα η χώρα, αφορά όλους μας. Δεν αντιλαμβάνονται μάλλον ότι είμαστε ταξιδιώτες στην ίδια θάλασσα, μέσα στην ίδια βάρκα, ότι δεν περισσεύει κανείς. Ότι η αβεβαιότητα των στιγμών που βιώνουμε, ασκεί την ίδια πίεση σε όλους μας, πιστούς ή άπιστους. Ότι παράγει, γεννά και προκαλεί τα ίδια συναισθήματα ήτοι θυμό, ανησυχία, σύγχυση, απόγνωση και φόβο…
Ενδεχόμενα, για τους λόγους αυτούς, οι άνθρωποι αυτοί εκτιμούν ότι, η εσωτερική τους ανάγκη για συμμετοχή στην ενοριακή ζωή της Εκκλησίας, δεν αναγνωρίζει νόμο, πλαίσιο και τον οιονδήποτε περιορισμό. Η συμμετοχή, όμως, από μόνη της δεν λέει κάτι, ούτε απαραίτητα “σφυρηλατεί” πάντα μια αναντικατάστατη υγιή σχέση με το δόγμα της πίστης σου, αν και εφόσον η θρησκευτική σου συνείδηση έχει ρωγμές, ο υπόλοιπος βίος σου βρίθει από ισχυρές αντιφάσεις, η ζωή σου χαρακτηρίζεται από παντός είδους εκπτώσεις και αποκλίσεις από τους κανόνες της πίστης. Για τον Χριστιανό, η απόδειξη της παρουσίας και της ύπαρξης του Θεού είναι η ενέργειά Του, η χάρη Του, η αίσθηση που όλοι οι πιστοί βιώνουμε μέσω του λόγου Του και της συμμετοχής μας στα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας…
Σε κάθε περίπτωση, δεν στοχοποιώ τη συμπεριφορά ούτε για λόγους αρχής δαιμονοποιώ την ανάγκη του καθενός – η πίστη είναι αδιαπραγμάτευτη σεβαστή από το Σύνταγμα και αναφαίρετο δικαίωμα κάθε πολίτη – ως αντιδραστική, ούτε ασφαλώς τη χαρακτηρίζω ως έγκλημα και έκφραση συντηρητικής ταυτότητας, αυτό από συνήθεια θα το πράξουν οι γνωστοί ιδεοληπτικοί. Τουναντίον, σέβομαι τη θεμιτή προσήλωση των ανθρώπων αυτών στις παραδόσεις και την πίστη τους, αντίστοιχα αισθήματα δέους – ας μου επιτραπεί – διακατέχουν το άτομό μου, ταυτόχρονα όμως και το νόμο. Μιλώ για την ανάγκη ισορροπίας ανάμεσα στο ιερό καθήκον της πίστης και στην υποχρέωση μας απέναντι στο νόμο, από τον οποίο δεν ΘΑ πρέπει να εξαιρείται κανείς, εκλεγμένος ή μη πολίτης της χώρας. Διαφορετικά, τότε, όπως είπε ο Αριστοτέλης, σε τίποτα δεν διαφέρει το να μην υπάρχουν νόμοι από το να μην εφαρμόζονται οι νόμοι…
*Πολιτικός Επιστήμων – Τεχ.Γεωπόνος – Παιδαγωγός