Η Ελλάδα έχει αναλάβει διεθνείς και ευρωπαϊκές νομικές δεσμεύσεις που συνδέονται με την κατοχύρωση του δικαιώματος του παιδιού σε κοινή ανατροφή και μετά το διαζύγιο, πλην όμως καμία από αυτές δεν τηρεί, θέτοντας τα παιδιά σε μειονεκτική θέση σε σχέση με άλλες χώρες.
Πιο συγκεκριμένα, με τον Ν.2101/1992 (ΦΕΚ 192/Α/2-12-1992) «Κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης για τα δικαιώματα του παιδιού»*, ορίζεται ότι σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής προστασίας, είτε από τα δικαστήρια, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού (α. 3).
Η Σύμβαση καλεί Τα Συμβαλλόμενα Κράτη να αναλάβουν την υποχρέωση να σέβονται το δικαίωμα του παιδιού για διατήρηση της ταυτότητας του, συμπεριλαμβανομένων και των οικογενειακών σχέσεων του, και εάν ένα παιδί στερείται παράνομα στοιχεία που συνιστούν την ταυτότητα του, τα Συμβαλλόμενα Κράτη οφείλουν να του παράσχουν κατάλληλη υποστήριξη και προστασία (α. 8)
Επίσης, με βάση την Σύμβαση, τα Κράτη μεριμνούν ώστε το παιδί να μην αποχωρίζεται από τους γονείς του, παρά τη θέληση τους, εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν, με την επιφύλαξη δικαστικής αναθεώρησης, ότι ο χωρισμός αυτός είναι αναγκαίος για το συμφέρον του παιδιού, για παράδειγμα όταν οι γονείς κακομεταχειρίζονται ή παραμελούν το παιδί (α. 9). Κανένα παιδί δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αυθαίρετης ή παράνομης επέμβασης στην ιδιωτική του ζωή, στην οικογένεια του, στην κατοικία του ή στην αλληλογραφία του, ούτε παράνομων προσβολών της τιμής και της υπόληψής του.(α. 16)
Η Σύμβαση κατοχυρώνει το δικαίωμα του παιδιού σε ανατροφή και από τους δύο γονείς, χωρίς καμία διάκριση σε σχέση με την ύπαρξη, διατήρηση ή μη του νομικού δεσμού μεταξύ των γονέων του. Τούτο σημαίνει ότι ακόμα και αν λυθεί ο νομικός δεσμός μεταξύ γονέων (διαζύγιο) το ατομικό δικαίωμα των παιδιών στην κοινή ανατροφή και από τους δυο γονείς παραμένει ακέραιο και ανεξάρτητο! Η ευθύνη για την ανατροφή του παιδιού και για την ανάπτυξη του ανήκει κατά κύριο λόγο στους γονείς. Το συμφέρον του παιδιού πρέπει να αποτελεί τη βασική τους μέριμνα (α. 18).
Η ως άνω αρχή δεν τελεί υπό καμία αίρεση. Ο Συνήγορος του Πολίτη, στην πρόσφατη από 05.09.2020 Επιστολή** του προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Τσιάρα, επί τη βάσει της αυξημένης τυπικής ισχύος της Σύμβασης, διαπιστώνει ότι η πρακτική στην Ελλάδα «πόρρω απέχει από το πρότυπο ανατροφής του παιδιού, που περιγράφει η Σύμβαση, η οποία κατοχυρώνει το δικαίωμα του παιδιού σε ανατροφή και από τους δυο του γονείς», ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή μη νομικού δεσμού μεταξύ των γονέων».
Τέλος, ο Συνήγορος του Πολίτη, φρονεί πως με την εισαγωγή των διατάξεων για την εναλλασσόμενη κατοικία, η Ελλάδα θα ανταποκριθεί στις διεθνείς δεσμεύσεις και συστάσεις για την ουσιαστική κατοχύρωση της αρχής της από κοινού ανατροφής του παιδιού και με τον τρόπο αυτό θα διασφαλιστούν οι βέλτιστες προϋποθέσεις για την ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη των παιδιών.
Το εθιμικά επιβεβλημένο σύστημα της αποκλειστικής επιμέλειας που ισχύει σήμερα στην Ελλάδα, εκφράζει αναχρονιστικές κοινωνικές αντιλήψεις, ενώ αντίκειται σθεναρά στην προστασία των ατομικών δικαιωμάτων των παιδιών.
* https://www.ucy.ac.cy/mhc/documents/Legislation/ConventionontheRight sofChildren.pdf
** https://www.synigoros.gr/?i=kdet.el.news.691823