Ο Μανώλης Κ. Κεφαλογιάννης με ερώτηση του προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε θέσει το μείζον ζήτημα της μετατροπής της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη  σε ισλαμικό τέμενος από τις τουρκικές αρχές ακυρώνοντας την απόφαση του 1934 με την οποία η τότε τουρκική κυβέρνηση είχε αποφασίσει τη λειτουργία της ως μουσείο. Στην ερώτηση επισημαίνεται ότι η Αγία Σοφία δεν αποτελεί μόνο ένα Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, ένα γεγονός που συνεπάγεται ότι το κράτος όπου βρίσκεται το Μνημείο έχει συγκεκριμένες δεσμεύσεις και νομικές υποχρεώσεις αλλά η Αγία Σοφία είναι το διαχρονικό Οικουμενικό Σύμβολο της Ορθοδοξίας και η μετατροπή της σε τζαμί συνιστά ακραία περιφρόνηση του θρησκευτικού συναισθήματος  του χριστιανικού κόσμου ερωτά την Επιτροπή σε τι ενέργειες προτίθεται να προβεί για την προκλητική απόφαση που καταδεικνύει ένα σαφές έλλειμμα σεβασμού του Τούρκου προέδρου.

Στην απάντησή του ο Επίτροπος Γειτονίας και Διεύρυνσης Όλιβερ Βαρέλι τονίζει ότι η Αγία Σοφία έχει ισχυρή συμβολική, ιστορική και οικουμενική αξία και η απόφαση της Τουρκίας για μετατροπή της σε τζαμί είναι λυπηρή. Και συνεχίζει αναφέροντας ότι είναι ζωτικής σημασίας ο σεβασμός από την Τουρκία του πνεύματος και του γράμματος της Σύμβαση της UNESCO του 1972 για την Παγκόσμια Κληρονομιά.

Μία απάντηση καταλυτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά της απόφασης των τουρκικών αρχών να μετατρέψουν σε μουσουλμανικό τέμενος την Αγία Σοφία που έρχεται στην ίδια χρονική στιγμή με τη συνάντηση υψηλού συμβολισμού του Οικουμενικού Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίου με τον ειδικό σύμβουλο της Γενικής Διευθύντριας της UNESCO  Μounir Bouchenaki στην Κωνσταντινούπολη όπου μεταξύ των άλλων συζητήθηκε και η μετατροπή της Αγίας Σοφίας και της Μονής της Χώρας σε τζαμί.

Αναλυτικά η απάντηση του Επιτρόπου:

E-004318/2020

Απάντηση του κ. Várhelyi

εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Όπως υπογράμμισε ο ύπατος εκπρόσωπος / αντιπρόεδρος κ. Μπορέλ στη δήλωσή του της 10ης Ιουλίου 2020, η Αγία Σοφία έχει ισχυρή συμβολική, ιστορική και οικουμενική αξία και η απόφαση του προέδρου της Τουρκίας να θέσει το μνημείο υπό τη διαχείριση της Προεδρίας Θρησκευτικών Υποθέσεων είναι λυπηρή. Τη θέση αυτή επανέλαβε το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων στις 13 Ιουλίου 2020. Τα κράτη μέλη καταδίκασαν την απόφαση και κάλεσαν τις τουρκικές αρχές να την επανεξετάσουν και να την ανακαλέσουν επειγόντως, διότι θα τροφοδοτήσει αναπόφευκτα τη δυσπιστία, θα προωθήσει νέους διχασμούς μεταξύ των θρησκευτικών κοινοτήτων και θα υπονομεύσει τις προσπάθειες της ΕΕ για διάλογο και συνεργασία. Κατά τα τελευταία έτη, η Επιτροπή παρακολούθησε εκ του σύνεγγυς τη χρήση της Αγίας Σοφίας και έκανε αναφορές σχετικά με το θέμα αυτό στις ετήσιες εκθέσεις της για την Τουρκία. Είναι ζωτικής σημασίας η Τουρκία να σέβεται το γράμμα και το πνεύμα της Σύμβασης του 1972 για την Παγκόσμια Κληρονομιά της UNESCO (Εκπαιδευτική, Επιστημονική και Πολιτιστική Οργάνωση των Ηνωμένων Εθνών) και, ως εκ τούτου, να αποφεύγει κάθε εκτελεστικό μέτρο, χωρίς προηγούμενη συζήτηση με την UNESCO, που θα μπορούσε να επηρεάσει τη φυσική πρόσβαση στο μνημείο, τη δομή των κτιρίων, τα κινητά περιουσιακά στοιχεία του μνημείου ή τη διαχείρισή του.

Η ΕΕ έχει ήδη μειώσει σημαντικά τη χρηματοδοτική στήριξη της ΕΕ προς την Τουρκία για την περίοδο 2018-2020 μέσω του Μηχανισμού Προενταξιακής Βοήθειας (ΜΠΒ) και έχει στρέψει τη χρηματοδότηση προς την κοινωνία των πολιτών, τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Μεγάλο μέρος της βοήθειας της ΕΕ σε αυτούς τους τομείς δεν ωφελεί την τουρκική κυβέρνηση αλλά άλλους δικαιούχους, ιδίως οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, σπουδαστές και ερευνητές. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι η βοήθεια του ΜΠΒ II παραμένει σημαντική.