Ο Βουλευτής Πέλλας της Νέας Δημοκρατίας Λάκης Βασιλειάδης τοποθετήθηκε στην ολομέλεια της Βουλής, στη συζήτηση για το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Εργασίας & Κοινωνικών Υποθέσεων με τίτλο «Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2022-2025».

Ο Λάκης Βασιλειάδης αναφέρθηκε στις ιδιαίτερα θετικές προβλέψεις για τα δημοσιονομικά, παρά τις σοβαρές επιπτώσεις που έφερε η πανδημία. Όπως τόνισε, η ελληνική οικονομία βρίσκεται εντός της τροχιάς που είχε θέσει η Νέα Δημοκρατία τον Ιούλιο του 2019 βάσει του προεκλογικού της προγράμματος για το οποίο ψηφίστηκε από τους Έλληνες πολίτες.

 

Το βίντεο της ομιλίας είναι διαθέσιμο στο σύνδεσμο https://youtu.be/JHa-S3pmPrA

 

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:

«Ευχαριστώ κ. Πρόεδρε, και καλό μήνα

Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, το Σχέδιο Νόμου που συζητούμε σήμερα, αποτελεί προϊόν συστηματικής και μεθοδικής επεξεργασίας των ποσοτικών στοιχείων της Ελληνικής Οικονομίας. Αρχικά θα ήθελα να αναφερθώ στην ποιότητα  του τελικού κειμένου, καθώς έχουμε μπροστά μας μια άρτια εφαρμογή της ενδεδειγμένης μεθοδολογίας, και ένα εν γένει ποιοτικό αποτέλεσμα. Πρόκειται για την πλέον αξιόπιστη προβολή της Ελληνικής Οικονομίας στο μέλλον, σε βάθος 4ετίας. Το επισπεύδον Υπουργείο Οικονομικών αλλά και η Κυβέρνηση εν συνόλω, θέτουν τους μεσοπρόθεσμους στόχους και προβλέπουν τις δημοσιονομικές εξελίξεις μέχρι το 2025.

Δεν επιθυμώ να κουράσω το Σώμα επαναλαμβάνοντας στοιχεία που αναφέρονται στις σελίδες του Σχεδίου Νόμου. Αντ’ αυτού θα ήθελα να σταθώ στα συμπεράσματα που μπορούμε να αντλήσουμε μελετώντας το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο, και μάλιστα τοποθετώντας το στην τρέχουσα χρονική συγκυρία.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τον Ιούλιο του 2019 ο ελληνικός λαός εμπιστεύτηκε τη Νέα Δημοκρατία μεταξύ άλλων και λόγω του συγκεκριμένου και αναλυτικού προγράμματός της, με σαφές μεταρρυθμιστικό χαρακτήρα αλλά και λεπτομερώς κοστολογημένο. Το μόνο που δεν προέβλεπε το πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας -και πως θα μπορούσε, άλλωστε;- ήταν η πανδημία. Τη σοβαρότερη παγκόσμια υγειονομική κρίση των τελευταίων 100 ετών, η οποία έδειξε, από το ξέσπασμά της ακόμα, πως ακολουθείται από έντονες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Το ερώτημα λοιπόν που είχα στο μυαλό μου όσο διάβαζα το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο ήταν το εξής:

Σε τι βαθμό επηρέασε η πανδημία τους στόχους που είχε θέσει προεκλογικά η Νέα Δημοκρατία για τη δημοσιονομική στρατηγική της χώρας;

Το βασικότερο συμπέρασμα στο οποίο μπορεί κανείς να οδηγηθεί είναι ότι, σε γενικές γραμμές και παρά τις σημαντικότατες επιπτώσεις της πανδημίας, η ελληνική οικονομία βρίσκεται εντός της τροχιάς που είχαμε θέσει τον Ιούλιο του 2019. Βεβαίως δεν πρόκειται για ένα ως δια μαγείας αποτέλεσμα. Η Κυβέρνηση, με το Υπουργείο Οικονομικών στην πρώτη γραμμή εν προκειμένω, επέδειξε τη σοβαρότητα, την κατάρτιση και την υπευθυνότητα που επέβαλλε η συγκυρία. Οι καλά μελετημένες και συντονισμένες παρεμβάσεις στην ελληνική οικονομία, με τις ενέσεις ρευστότητας στους κλάδους εκείνους που το είχαν πραγματικά ανάγκη, με την προσωποποιημένη χρηματοδότηση, με την έμφαση στη διατήρηση των θέσεων εργασίας, και με μία διαπραγμάτευση για το Ταμείο Ανάκαμψης που εξασφάλισε τα απαραίτητα κονδύλια για την επόμενη ημέρα, κράτησαν τη χώρα όρθια και επιτρέπουν τώρα την επιστροφή στους στόχους πριν την πανδημία.

Επιπλέον, ο μεταρρυθμιστικός χαρακτήρας της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας παραμένει στο επίκεντρο. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα, όπως πολύ σωστά είπε και ο Υπουργός ο κ. Σκυλακάκης στις συνεδριάσεις της αρμόδιας Επιτροπής, να μην υπάρχει σήμερα δευτερογενής κρίση. Αντ’ αυτής λοιπόν, έχουμε μπροστά μας προβλέψεις για αύξηση του Ελληνικού ΑΕΠ άνω του παγκόσμιου μέσου, όρου και μάλιστα τη μεγαλύτερη εντός της Ευρωζώνης για τη διετία 2021-2022. Η τάση αυτή συνεχίζεται μέχρι και το 2025. Για όλη αυτή την περίοδο λοιπόν, προβλέπεται σωρευτική αύξηση, 88,4% για τις επενδύσεις, 43,1% για τις εξαγωγές, μείωση της ανεργίας κατά 5 μονάδες, και μείωση των κόκκινων δανείων κάτω του 10%.

Περαιτέρω, η ολοένα και αυξανόμενη αξιοπιστία της Κυβέρνησης στο εξωτερικό, σε συνδυασμό με τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρει η χώρα μας, μας επιτρέπουν να θέσουμε και ως στόχο την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας μέχρι το πρώτο 6μηνο του 2023. Οι προβλέψεις είναι ευοίωνες. Το πρωτογενές πλεόνασμα, η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, η προσέλκυση επενδύσεων και η αποκλιμάκωση της ανεργίας, είναι στόχοι άμεσα εφικτοί μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης. Τώρα λοιπόν είναι η ώρα της ευθύνης. Της Πολιτείας πρωτίστως, αλλά και του κάθε πολίτη μεμονωμένα. Δεν πρέπει να αφήσουμε κανένα όπλο ανεκμετάλλευτο στη μάχη ενάντια στην πανδημία της νόσου COVID-19. Η τήρηση των μέτρων και των κανόνων υγιεινής  πρέπει να μας γίνει βίωμα. Όχι με το φόβο κάποιου προστίμου ή άλλης ποινής, αλλά συνειδητά, για να τελειώνουμε με τον εφιάλτη. Και βεβαίως ο εμβολιασμός πρέπει να προχωρήσει τάχιστα, ώστε να χτίσουμε σταδιακά το τείχος προστασίας.

Δεν θα μακρηγορήσω κ. Πρόεδρε, ωστόσο πριν κλείσω την τοποθέτησή μου θα ήθελα να αναφερθώ στη στάση της αντιπολίτευσης. Δυστυχώς οι παρατάξεις της μειοψηφίας του Ελληνικού Κοινοβουλίου δεν επιδεικνύουν τη σοβαρότητα που απαιτείται, ούτε αντιμετωπίζουν με υπευθυνότητα το ζήτημα της επόμενης μέρας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η επέλαση της πανδημίας επέφερε συνταρακτικές αλλαγές στη λειτουργία της οικονομίας, της εφοδιαστικής αλυσίδας, της εργασίας, στην προστασία του περιβάλλοντος και αλλού. Θέτει κρίσιμα διλήμματα για το μέλλον, στα οποία ο ποιοτικός κοινοβουλευτικός διάλογος θα ήταν παραπάνω από χρήσιμος. Ωστόσο, τι βλέπουμε; Την επιστροφή σε λογικές «αύξηση μισθών και μείωση ωραρίου με ένα νόμο κι ένα άρθρο». Νομίζω πως δεν αξίζει στον ελληνικό λαό η στάση αυτή. Αυτό που αξίζουν οι πολίτες της χώρας μας είναι η ποιότητα του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας, του «Ελλάδα 2.0», και η μεθοδικότητα στην εφαρμογή του από την Κυβέρνηση. Σας  ευχαριστώ και καλώ το Σώμα να υπερψηφίσει.»