Την Κυριακή που πέρασε εγκαινιάστηκε στον υγροβιότοπο Άγρα- Βρυττών- Νησίου η «πολυδιαφημισμένη» έκθεση του Κέντρου Φυσικής Ιστορίας – βαλσαμωμένων πτηνών και θηλαστικών.
Κατ΄ αρχήν θα πρέπει να προβληματιστούμε όλοι για τα μηνύματα που «εκπέμπονται» σε οικολογικό και περιβαλλοντικό επίπεδο από τέτοιου είδους εκθέσεις, ιδιαίτερα στις μικρές ηλικίες. Παράλληλα, φανερώνουν μια αναχρονιστική μουσειακή και εκθεσιακή αντίληψη των διοργανωτών καθώς σε μεγάλο βαθμό θεωρούνται και ξεπερασμένες. Κατά την άποψή μου, για την Δημοτική Αρχή Έδεσσας (αλλά και για κάθε Δημοτική Αρχή) ο στόχος θα έπρεπε να ήταν ένας άλλος, πιο σύγχρονος, τρόπος προσέγγισης με τον φυσικό και ζωικό μας πλούτο που θα έφερνε σε επαφή τους πολίτες αλλά και τους μαθητές σε επαφή με τη φύση μέσα από σύγχρονα οπτικοακουστικά μέσα και σταθμούς παρατήρησης «Bird Watching».
Πρέπει να επισημανθεί ότι η ιδέα για την διοργάνωση αυτής της έκθεσης δεν «γεννήθηκε» μετά από σχεδιασμό της Δημοτικής Αρχής. Δεν προέκυψε δηλαδή μεθοδευμένα και συγκροτημένα σε μια βάση προσέγγισης και υλοποίησης που περιέγραψα παραπάνω, αλλά προήλθε μετά από μια δωρεά ενός πολίτη, ο οποίος απλά μετέφερε τα βαλσαμωμένα πτηνά και θηλαστικά από ένα μοναστήρι της περιοχής των Σερρών στην δική μας περιοχή.
Πρέπει όμως να παρατηρήσουμε το εξής σημαντικό: Δυστυχώς, σε αυτό τον υγροβιότοπο και παρά τα μεγάλα λόγια της Δημοτικής Αρχής, 10 χρόνια μετά όχι μόνο δεν προχώρησε τίποτα παρά τα όσα παλαιότερα πομπωδώς οι διοικούντες ανέφεραν ότι θα πράξουν αν έλθουν στη Διοίκηση του Δήμου, αλλά αντίθετα, υπήρξε πλήρης απαξίωση και απραξία! 10 ολόκληρα χρόνια μετά, από μια απλή βόλτα που μπορεί να κάνει κάποιος, πολύ εύκολα θα διαπιστώσει πως αντιλαμβάνονται οι διοικούντες την ανάπτυξη του υγροβιότοπου που δεν είναι άλλη από την εγκατάλειψη τόσο των υποδομών που υπήρχαν από την προηγούμενη διοίκηση του Δήμου Έδεσσας, άλλα και των όσων είχαν εξαγγελθεί προεκλογικά από την σημερινή.
Από την επίσκεψή μου στην περιοχή μόνο αποκαρδιωτικά ήταν τα συμπεράσματα και δυσάρεστα τα συναισθήματα που με διακατείχαν όσο σκεφτόμουν τα χρήματα που σπαταλήθηκαν από την τότε Δημοτική Αρχή για να φτιαχτούν παρατηρητήρια πουλιών, μέχρι και κιόσκια για στάση και ξεκούραση επισκεπτών… «Εξανεμίστηκαν» όλα… Οι εικόνες σήμερα «μιλούν» από μόνες τους: Ξύλινες κατασκευές σπιτιών που έχουν κυριευτεί από την άγρια χλωρίδα, ξεθωριασμένες πινακίδες πληροφόρησης που οδηγούν στο… άγνωστο και ξύλινοι φράχτες από τους οποίους – στην κυριολεξία- βρίσκεις μόνο αποκόμματα. Το θέαμα της εγκατάλειψης «κορυφώνεται» σε μια ξύλινη γέφυρα η οποία είναι ετοιμόρροπη αλλά και επικίνδυνη, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κάποια ένδειξη ενημέρωσης για την αποτροπή μετάβασης από αυτήν. Ένα σκηνικό θα έλεγα βγαλμένο από μια «παραμυθένια» ταινία που, ενώ φαντάζει ειδυλλιακή ένεκα του τοπίου, στην ουσία καταντά να είναι δραματική…
Η Διοίκηση λοιπόν, αντί να επαίρεται ότι φέρνει την ανάπτυξη στο τουριστικό προϊόν της περιοχής, συστήνω πρώτα να ασχοληθεί με την συντήρηση των υποδομών που υπάρχουν και κυρίως με τον καθαρισμό αυτών των χώρων. Επιπλέον, οι διοικούντες θα πρέπει να απολογηθούν γιατί 10 χρόνια τώρα αυτός ο υγροβιότοπος βρίσκεται σε εγκατάλειψη καθώς ουδέποτε συντήρησαν τις διαδρομές στον υγροβιότοπο, δεν ασχολήθηκαν ποτέ με την στελέχωση εξειδικευμένου προσωπικού στο Κέντρο Πληροφόρησης που θα παρείχε πληροφορίες σε επισκέπτες. Η Ορνιθολογική Εταιρεία, που υποστήριζε αυτές τις δράσεις με τις εξειδικευμένες γνώσεις της, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την προσπάθεια το 2013 γιατί δεν είχε την απαιτούμενη στήριξη.
Γι’ αυτό λοιπόν από τα τυχαία και επουσιώδη που προβάλλονται με πομπώδες ύφος και τρόπο, θα πρέπει να περάσουμε στα πιο απλά και πιο ουσιαστικά, όπως στη φύλαξη του υγροβιότοπου (αλλά και την προστασία από φωτιές), στην προώθηση τοπικών προϊόντων, στην διοργάνωση εκδηλώσεων, στην εκπαίδευση φοιτητών από Πανεπιστήμια με το συγκεκριμένο αντικείμενο ειδίκευσης, στην διεξαγωγή οικοτουριστικών περιηγήσεων, στην πώληση αναμνηστικών, στην εκτύπωση και διανομή φυλλαδίων, στο αρχείο ιστορίας με έκθεση φωτογραφιών του υγροβιότοπου και φυσικά σε δραστηριότητες του Κέντρου Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης σε συνεργασία με τα σχολεία του Δήμου μας.
Συμπερασματικά, αν και τα εγκαίνια αυτής της έκθεσης ανέδειξαν μια συλλογή που ενδεχόμενα δίνει μια προστιθέμενη αξία στο τουριστικό προϊόν της περιοχής και αναδεικνύει ένα κτήριο που είχε εγκαταλειφθεί εδώ και χρόνια από την Δημοτική Αρχή, δεν είναι το ζητούμενο για τον τόπο μας. Από την άλλη όμως δεν θέλω να ακυρώσω συνολικά μια προσπάθεια που έγινε με πολύ μεράκι και κόπο από το προσωπικό της ΔΗ.Κ.Ε.Δ.Ε που πραγματικά υπερβάλει εαυτόν. Ωστόσο, όμως θα τονίσω πως η ανάπτυξη δεν έρχεται με τυχαία γεγονότα αλλά με συγκροτημένο σχέδιο. Κάτι που δυστυχώς δεν φαίνεται να μπορεί να εκπονήσει η παρούσα Δημοτική Αρχή.
Βαγγέλης Δ. Θωμάς
Δημοτικός Σύμβουλος
«Κοινωνία σε Κίνηση»