Ο Βουλευτής Πέλλας της Νέας Δημοκρατίας Λάκης Βασιλειάδης τοποθετήθηκε στη συζήτηση στη Βουλή για το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Υγείας με τίτλο «Γιατρός για όλους, ισότιμη και ποιοτική πρόσβαση στις υπηρεσίες του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας και στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και άλλες διατάξεις».
Ο Λάκης Βασιλειάδης αναφέρθηκε στη σημασία της εισαγωγής του Προσωπικού Ιατρού, δωρεάν για κάθε πολίτη, καθώς και στα κίνητρα που δίνονται στους γιατρούς να ενταχθούν στο πρόγραμμα, καθώς και στην ουσιαστική αναβάθμιση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Χαιρέτισε την εισαγωγή της κατ’ οίκον νοσηλείας, ειδικά για τις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, αλλά και την αναβάθμιση του ΕΟΠΠΥ σε έναν γνήσιο ασφαλιστικό φορέα. Τέλος σημείωσε την πρόβλεψη για συνεργασία Δημοσίου και Ιδιωτικού τομέα και εξήγησε ότι με το Σχέδιο Νόμου αναμένεται να αποσυμφορηθούν και τα νοσοκομεία από μεγάλο όγκο περιστατικών.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στην ανάγκη να δοθούν οικονομικά κίνητρα στους γιατρούς που επιλέγουν άγονες περιοχές, στην συγχώνευση κλινικών που θα παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες υγείας προς τους πολίτες, αλλά και στη γενναία απόφαση του Υπουργείου να προστατεύσει τα ευάλωτα άτομα από αμφιλεγόμενες πρακτικές μεταστροφής..
Το βίντεο της ομιλίας είναι διαθέσιμο στο σύνδεσμο https://youtu.be/Krui_ueD1Xs
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
«Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Κύριε Υπουργέ, αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, η επέλαση της πανδημίας μάς αφήνει δυσάρεστες αναμνήσεις και εμπειρίες, τις οποίες όμως μπορούμε και οφείλουμε να αξιοποιήσουμε ώστε να εξελίξουμε το Εθνικό Σύστημα Υγείας και να εξασφαλίσουμε σε όλους τους πολίτες απόλυτη πρόσβαση σε καλές υπηρεσίες υγείας.
Το σχέδιο νόμου που συζητούμε λοιπόν σήμερα εντάσσεται σε μία γενικότερη προσπάθεια της Κυβέρνησης και του Υπουργείου Υγείας να μετατρέψει αυτά τα διδάγματα σε πολιτικές που ενδυναμώνουν το ΕΣΥ προς όφελος κάθε πολίτη. Πρόκειται, κατά την άποψή μου, για μία ουσιαστική μεταρρύθμιση που δίνει έμφαση στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Αυτός είναι ένας στρατηγικός στόχος που οι ελληνικές κυβερνήσεις διαχρονικά επιχείρησαν να πετύχουν. Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, νομίζω ότι μπορούμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, να βρούμε ένα πρώτο σημείο συναίνεσης.
Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, λοιπόν, εντάσσεται στον συνολικό σχεδιασμό του εθνικού συστήματος, ενώ παράλληλα αξιοποιούνται νέες τεχνολογίες και βελτιώνονται οι υποδομές των Κέντρων Υγείας και των άλλων μονάδων της. Με αυτό τον τρόπο ανακουφίζονται τα νοσοκομεία μας από μεγάλο όγκο περιστατικών τα οποία ίσως να μην έπρεπε ποτέ να φτάσουν εκεί.
Η πιο εντυπωσιακή μεταρρύθμιση όμως είναι αναμφίβολα αυτή του προσωπικού γιατρού, ενός θεσμού που υφίσταται για δεκαετίες σε άλλες χώρες της Ευρώπης, με μετρήσιμα θετικά αποτελέσματα. Όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες θα μπορούν εύκολα να επιλέξουν τον προσωπικό γιατρό τους, τον οποίο θα γνωρίζουν και θα μπορούν να εμπιστεύονται, ενώ οι υπηρεσίες του δεν θα επιβαρύνουν οικονομικά τον ασθενή. Ο προσωπικός γιατρός θα γνωρίζει καλά το ιστορικό του πολίτη και θα μπορεί να τον παραπέμψει ανά πάσα στιγμή στο επόμενο επίπεδο φροντίδας υγείας του ΕΣΥ. Επιπλέον, θα τηρεί τον φάκελο του ασθενή, θα διαχειρίζεται χρόνια νοσήματα, ενώ θα συμβάλλει και στον σημαντικό τομέα της πρόληψης. Κάθε πολίτης, λοιπόν, θα μπορεί να επιλέξει τον άνθρωπο που εμπιστεύεται, ακόμα και ιδιώτη γιατρό συμβεβλημένο με τον ΕΟΠΥΥ, ο οποίος θα είναι ο οδηγός του μέσα στο σύστημα υγείας, χωρίς κανένα επιπλέον κόστος.
Την ίδια στιγμή δίνονται οικονομικά κίνητρα στους γιατρούς ώστε να συμμετάσχουν στο δίκτυο των προσωπικών γιατρών και να αναλάβουν πληθυσμό αναφοράς. Όσο περισσότερους ασθενείς γράφει ο γιατρός τόσο περισσότερα χρήματα θα παίρνει, ενώ και οι γιατροί των Κέντρων Υγείας ή των Τοπικών Μονάδων Υγείας θα λαμβάνουν επιπλέον αμοιβή. Η πραγματικότητα είναι ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας ένα μέρος του ιατρικού προσωπικού μετακινήθηκε προς τα μεγάλα αστικά κέντρα για να καλύψει ανάγκες ενώ ένα ακόμα μέρος έφυγε στο εξωτερικό, σε χώρες όπου πρόσφεραν εκτάκτως πολύ υψηλές αποδοχές. Αυτό σημαίνει πως οι περιφερειακές μονάδες υγείας έμειναν με λίγο ή ακόμη και καθόλου ιατρικό προσωπικό, ένα φαινόμενο που δυστυχώς αντιμετωπίζουμε και εμείς στην Πέλλα. Χαιρετίζω, λοιπόν, την πολιτική πρωτοβουλία του Υπουργείου Υγείας να δώσει οικονομικά κίνητρα στο ιατρικό προσωπικό.
Προς αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση θα πρέπει να κινηθούμε, κύριε Υπουργέ, και για την κάλυψη των αναγκών στα δευτεροβάθμια επαρχιακά νοσοκομεία. Ανέφερα πριν πως ο σκοπός του ΕΣΥ πρέπει να είναι η ισότιμη πρόσβαση των πολιτών σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας. Σε αυτό το πλαίσιο οφείλουμε να τονίσουμε πως η ενίσχυση της πρωτοβάθμιας φροντίδας θα έχει άμεσα θετικά αποτελέσματα και για τα νοσοκομεία μας. Η αποσυμφόρηση των νοσοκομείων και η παραπομπή σε αυτά όποτε κρίνεται αναγκαίο από τον προσωπικό γιατρό ανοίγει τον δρόμο για τη συγχώνευση των κλινικών, οι οποίες θα παρέχουν τις υπηρεσίες υγείας που πραγματικά αξίζουν οι πολίτες μας. Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας: η λειτουργία ολόκληρης κλινικής νοσοκομείου με έναν και μόνο γιατρό ειδικότητας δεν μπορεί να κρίνεται αποτελεσματική εν έτει 2022.
Κομβικής σημασίας για την επίτευξη των στόχων στο σχέδιο νόμου είναι η συνεργασία μεταξύ Δημοσίου και ιδιωτών γιατρών, με συγκεκριμένους όρους και πάντα στο πλαίσιο του Εθνικού Οργανισμού Παροχών Υπηρεσιών Υγείας. Αλλά και ο ΕΟΠΥΥ αναβαθμίζεται με τη σειρά του σε έναν γνήσιο ασφαλιστικό φορέα με επίκεντρο τον ασφαλισμένο.
Η Κυβέρνηση έχει αποδείξει επανειλημμένως ότι μπορεί και ξέρει να αξιοποιεί τις συμπράξεις ιδιωτικού και δημοσίου φορέα, χωρίς να υπονομεύει το κράτος, ειδικά μάλιστα στην περίπτωση του ΕΣΥ, για το οποίο έγιναν χιλιάδες προσλήψεις κατά την περίοδο της πανδημίας ενώ και για το 2022 έχουν ανακοινωθεί 4.000 προσλήψεις νοσηλευτών, 910 λοιπού προσωπικού και 700 γιατρών και παράλληλα εκκρεμούν οι προκηρύξεις για τις θέσεις των Τοπικών Μονάδων Υγείας.
Θα ήθελα να αναφερθώ επίσης στην καθιέρωση της κατ’ οίκον νοσηλείας, ενός θεσμού που αναμένεται να αυξήσει την πρόσβαση των πολιτών στην υγεία ειδικά σε απομακρυσμένες περιοχές της χώρας όπως, για παράδειγμα, οι ορεινοί όγκοι της Πέλλας, όπου τυχαίνει να γνωρίζω τις προκλήσεις που παρουσιάζονται για τους πολίτες κάθε φορά που προκύπτει η παραμικρή ανάγκη για νοσηλεία. Επιτυγχάνεται έτσι η αναγκαία αποσυμφόρηση των νοσοκομείων προς όφελος των πραγματικών περιστατικών. Σε αυτό αναμένεται να συμβάλει και η επέκταση της λειτουργίας των απογευματινών ιατρείων και χειρουργείων, μειώνοντας έτσι τις λίστες αναμονής.
Πριν κλείσω την τοποθέτησή μου, κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα να αναφερθώ στην τροπολογία με γενικό αριθμό 1302 και ειδικό 201 και να συγχαρώ τον Υπουργό κ. Πλεύρη για τη διάταξη που προστατεύει τα ευάλωτα άτομα, τους ανήλικους και τους ενήλικους που τελούν σε δικαστική συμπαράσταση από αμφιλεγόμενες πρακτικές μεταστροφής. Αποδεικνύεται, κύριε Υπουργέ, πως η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας βρίσκεται πραγματικά δίπλα στον πολίτη και τα προβλήματά του την ίδια στιγμή που άλλες πολιτικές δυνάμεις αν και καπηλεύονται κοινωνικούς αγώνες συνανθρώπων μας για δεκαετίες, όταν ήρθε η ώρα δεν έκαναν απολύτως τίποτα.
Για όλους τους λόγους που προανέφερα, κύριε Πρόεδρε, θα υπερψηφίσω το σχέδιο νόμου και το ίδιο καλώ να πράξουν όλες και όλοι οι συνάδελφοι.
Σας ευχαριστώ.»