Πριν από έναν χρόνο η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε στην αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% και στην παράλληλη κατάργηση του υποκατώτατου. Ένα χρόνο μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει πρόταση νόμου για νέα αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 7,5% το 2020 και 7,5% το 2021, δηλαδή 698 ευρώ για φέτος και 751 ευρώ για τον επόμενο χρόνο.

Παράλληλα, από το 2022 και μετά η αρμοδιότητα για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού επιστρέφει στους κοινωνικούς εταίρους.
Ενάμισι χρόνο μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, οι προβλέψεις της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρώνουν την αποκατάσταση των απωλειών που είδαν οι εργαζόμενοι στους μισθούς τους την περίοδο 2010-2014, όταν με μία απλή υπουργική απόφαση εξανεμίστηκαν στο όνομα δήθεν της ανταγωνιστικότητας.
Η νέα αύξηση του κατώτατου μισθού είναι το ελάχιστο που οφείλει να κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, προκειμένου να ενισχύσει και τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων και την αγοραστική τους δύναμη, τονώνοντας ακόμη περισσότερο την κατανάλωση και την αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας. Γιατί η ανάπτυξη ή θα είναι κοινωνικά δίκαιη ή δε θα υπάρξει.
Ο κ. Μητσοτάκης που προεκλογικά έταζε «πολλές και καλές δουλειές» και δήθεν αύξηση του κατώτατου μισθού στο διπλάσιο του ρυθμού ανάπτυξης, οφείλει τώρα να πάρει ξεκάθαρη θέση. Θα στηρίξει έστω και μια φορά τους εργαζόμενους ή θα συνεχίσει όπως ξέρει να στηρίζει μονάχα τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα;
Τον Φλεβάρη του 2019, με την αύξηση 11% που έκανε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, 600.000 εργαζόμενοι είδαν τους μισθούς τους να αυξάνονται στα 650 ευρώ το μήνα. Επιπλέον, 280.000 εργαζόμενοι είδαν έμμεσες αυξήσεις χάρη στην αύξηση των επιδομάτων που υπολογίζονται βάσει του κατώτατου μισθού. Επίσης, 65.000 νέοι εργαζόμενοι είδαν μηνιαίες αυξήσεις ως και 27% χάρη στην κατάργηση του υποκατώτατου μισθού.
Με την παρούσα πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για νέα αύξηση 7,5% το 2020, 800.000 εργαζόμενοι θα δουν τους μισθούς τους να ανεβαίνουν στα 698 ευρώ (48 ευρώ αύξηση), ενώ ακόμα 280.000 εργαζόμενοι θα δουν εκ νέου έμμεσες αυξήσεις λόγω της αύξησης των επιδομάτων.
Αντίστοιχα, με την πρόταση νόμου για επιπλέον αύξηση 7,5% το 2021, 800.000 εργαζόμενοι θα δουν αυξήσεις 53 ευρώ με τον μηνιαίο μισθό τους να διαμορφώνεται στα 751 ευρώ, ενώ αντίστοιχες αυξήσεις θα δουν και 280.000 εργαζόμενοι λόγω της περαιτέρω αύξησης των επιδομάτων.
Υπογραμμίζουμε, ωστόσο, ότι δεν είναι μόνο οι μισθωτοί εργαζόμενοι αυτοί που επωφελούνται από την πρόταση νόμου του ΣΥΡΙΖΑ. Διότι, η αύξηση μισθών και επιδομάτων τονώνει την αγοραστική δύναμη των εργαζόμενων πράγμα που ενισχύει την κατανάλωση και άρα την αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας. Αν σε αυτό συνυπολογίσουμε ότι υψηλότεροι μισθοί και ισχυρότεροι ρυθμοί ανάπτυξης οδηγούν σε αύξηση των δημοσίων εσόδων, πράγμα που επιτρέπει πρόσθετα αναπτυξιακά και κοινωνικά μέτρα, τότε καταλαβαίνουμε ότι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ εκτός από τους εργαζόμενους ενισχύει επίσης τους ελεύθερους επαγγελματίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η απάντηση της Νέας Δημοκρατίας σε όλα αυτά , από τα χείλη του κ. Βρούτση υπουργού εργασίας , είναι ότι θεωρεί “Αντιεπιστημονική” την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 7,5% φέτος και 7,5% το 2021. Αντιθέτως, η μείωσή του εν μία νυκτί κατά 22% και κατά 32% για τους νέους βασιζόταν σε πλούσια βιβλιογραφία.

Δεν χρειάζεται να είσαι επιστήμονας για να καταλάβεις τι εννοεί. Ο κύριος υπουργός μπορεί να άργησε, αλλά έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Οι αυξήσεις μισθών είναι αντιεπιστημονικές και οι μειώσεις επιστημονικές!!!!! Πόσο πιο τεκμηριωμένα να το πει;

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
ΤΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΣΥΡΙΖΑ Ν. ΠΕΛΛΑΣ