“Πρεμιέρα” κάνουν με την έλευση του 2024 τόσο τα “χρωματιστά” τιμολόγια ενέργειας

 

Συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών θα πρέπει να σπεύσουν να υποβάλουν αιτήσεις προκειμένου να εξασφαλίσουν έκπτωση -με τη μορφή επιδότησης-στους λογαριασμούς ρεύματος που θα εκδοθούν το νέο έτος.

Τα χρωματιστά τιμολόγια και τι σημαίνουν

Μπλε τιμολόγιο: Σταθερή χρέωση, μετά από συμφωνία του καταναλωτή με τον πάροχο, για προκαθορισμένη διάρκεια, ανεξαρτήτων των τιμών στο Χρηματιστήριο Ενέργειας.

Κίτρινο τιμολόγιο: Κυμαινόμενη χρέωση, βάσει των διακυμάνσεων των τιμών στο Χρηματιστήριο Ενέργειας, πάντα σε ενημέρωση με την εταιρεία.

Πορτοκαλί τιμολόγιο: Κυμαινόμενη χρέωση, που όμως θέλει προσοχή καθώς μπορεί να αλλάζει ακόμα και μέσα στην ίδια ημέρα, βάσει των τιμών του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, αλλά με προϋπόθεση να υπάρχει εγκατεστημένος έξυπνος μετρητής. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα χρηματιστηριακό προϊόν, καθώς οι έξυπνοι μετρητές που έχουν τοποθετηθεί είναι ελάχιστοι, αφού είναι μία πιλοτική διαδικασία που ακόμα δεν έχει επεκταθεί.

Πράσινο τιμολόγιο: Το πιο πολυσυζητημένο τιμολόγιο. Θα έχει δύο τιμές. Θα υπάρχει η βασική τιμή, η οποία καθορίζεται από την ΡΑΑΕΥ – Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας – και θα είναι σταθερή για έξι μήνες. Επί της βασικής τιμής, ο πάροχος θα ορίζει την τελική τιμή, την οποία θα ανακοινώνει κάθε μήνα. Η τελική τιμή ενσωματώνει χρεώσεις μηχανισμού διακύμανσης, πάγιο που δεν μπορεί να ξεπερνάει τα 5 ευρώ και τυχόν εκπτώσεις που ισχύουν στο τιμολόγιο. Να σημειωθεί ότι η βασική τιμή θα είναι κοινή για όλους, ενώ η τελική τιμή θα διαφέρει ανά πάροχο.

Η συζήτηση για το “πράσινο” τιμολόγιο

Η συζήτηση το τελευταίο διάστημα επικεντρώθηκε στο “πράσινο” τιμολόγιο που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας προκειμένου να μεταφερθεί σε αυτό το σύνολο των καταναλωτών από 1.1.2024.

Εκτιμάται ότι στο “πράσινο” τιμολόγιο θα μεταφερθεί περίπου το 70 % των καταναλωτών καθώς σε αυτό μεταφέρονται όλοι εκτός από όσους έχουν συμβόλαια με σταθερή τιμή κιλοβατώρας και εκείνους που θα δηλώσουν ρητά στον προμηθευτή τους ότι δεν επιθυμούν το “πράσινο” τιμολόγιο και επιλέξουν κάποιο άλλο από τα διαθέσιμα στην αγορά.

Όπως επισημαίνει το ΥΠΕΝ, το βασικό όφελος για τους καταναλωτές που θα επιλέξουν το πράσινο τιμολόγιο είναι ότι θα γνωρίζουν εκ των προτέρων, την 1η ημέρα κάθε μήνα, την τιμή χρέωσης του μήνα και θα έχουν έτσι τη δυνατότητα να συγκρίνουν τις προσφορές των προμηθευτών και να επιλέγουν την καλύτερη.

Επιπλέον στους λογαριασμούς ρεύματος και στα άλλα μηνύματα των προμηθευτών (sms και e-mail) εισάγεται κωδικός QR (και link) με παραπομπή στον ιστότοπο δημοσίευσης του εργαλείου σύγκρισης τιμών της ΡΑΑΕΥ, ώστε οι καταναλωτές να έχουν τη δυνατότητα να επαληθεύουν τη τιμή του κάθε μήνα για το ειδικό κοινό τιμολόγιο και να συγκρίνουν με το σύνολο των προσφερόμενων τιμολογίων των προμηθευτών.

Πού υπερτερεί κάθε προϊόν;

Όπως είναι φυσικό, τη μέγιστη «ορατότητα» για το κόστος έχουν τα μπλε τιμολόγια. Κι αυτό γιατί η τιμή τους θα είναι κλειδωμένη για αρκετούς μήνες (συνήθως 1 έτος), ανεξάρτητα από τα σκαμπανεβάσματα της χονδρεμπορικής αγοράς. Ωστόσο, η δέσμευση αυτή του προμηθευτή συνεπάγεται και δέσμευση του πελάτη: αν ο καταναλωτής αποφασίσει να εγκαταλείψει το συγκεκριμένο προϊόν νωρίτερα από τη διάρκεια της σύμβασης, τότε θα πρέπει να πληρώσει (οικονομικό) πέναλτι πρόωρης αποχώρησης.

Τα κυμαινόμενα τιμολόγια (πράσινα και κίτρινα), από την άλλη πλευρά, δεν έχουν πέναλτι πρόωρης αποχώρησης, επομένως ο πελάτης μπορεί να τερματίσει τη σύμβαση όποτε το επιθυμεί. Όσον αφορά ειδικά τα πράσινα τιμολόγια, ένα ατού είναι πως η χρέωση θα κλειδώνει κάθε 1η του μήνα. Επομένως, από την αρχή του μήνα ο καταναλωτής θα γνωρίζει πόσο θα πληρώσει για κάθε κιλοβατώρα που θα «κάψει» τις επόμενες 30 (ή 31 ημέρες).

Ένα ακόμη πλεονέκτημα είναι η ομοιογένεια των πράσινων τιμολογίων, κάτι που επομένως καθιστά άμεσα συγκρίσιμες τις τελικές τιμές τους. Μάλιστα, το ΥΠΕΝ υποχρεώνει τις εταιρείες να αναρτούν κάθε 1η του μήνα τις χρεώσεις του πράσινου τιμολογίου τους, ενώ το αργότερο 5 ημέρες αργότερα τα στοιχεία θα εμφανίζονται και στο εργαλείο σύγκρισης τιμών της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ). Από το εργαλείο, οι καταναλωτές θα έχουν εύκολα εικόνα κάθε μήνα για τα πιο ανταγωνιστικά πράσινα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά.

Από την άλλη πλευρά, αρκετοί προμηθευτές έχουν επιλέξει να προωθήσουν τα κίτρινα τιμολόγιά τους, συνδυάζοντάς τα για παράδειγμα με πρόσθετα προϊόντα και υπηρεσίες για τους πελάτες τους. Επίσης, σύμφωνα με πολλές εταιρείες, η δομή του κίτρινου τιμολογίου (δηλαδή το γεγονός ότι «κλειδώνει» χρέωση μετά τον μήνα εφαρμογής) τούς δίνει τη δυνατότητα να κινηθούν επιθετικά στον καθορισμό των χρεώσεων, προσφέροντας επομένως ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές.

Ο γενικός κανόνας είναι πως δεν υπάρχει επιλογή χωρίς ρίσκο για τον καταναλωτή.

Όσον αφορά τις χρεώσεις στα κίτρινα και τα πράσινα τιμολόγια, υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ πολλών προμηθευτών και του υπουργείου. Οι πάροχοι υποστηρίζουν ότι καθώς τα κίτρινα τιμολόγια «κλειδώνουν» τη χρέωσή τους μετά τον μήνα εφαρμογής, ο προμηθευτής δεν αναλαμβάνει ρίσκο πρόβλεψης του χονδρεμπορικού κόστους. Επομένως, το ρίσκο αυτό δεν ενσωματώνεται στη χρέωση, με συνέπεια αυτή να είναι μικρότερη από την τιμή του πράσινου τιμολογίου τους.

Από την άλλη πλευρά, το ΥΠΕΝ υποστηρίζει πως οι ρυθμίσεις για το πράσινο τιμολόγιο προάγουν τον ανταγωνισμό, ωθώντας τις εταιρείες να περιορίσουν τα περιθώρια κέρδους τους και επομένως να κινηθούν ανταγωνιστικά και στο ειδικό τιμολόγιο.

Η διαφάνεια και ο ανταγωνισμός δεν αποκλείει, βέβαια, το ενδεχόμενο κάποιο κίτρινο τιμολόγιο μίας εταιρείας να είναι όντως πιο φθηνό από το δικό της πράσινο προϊόν. Ωστόσο, είναι πιθανό κάποιο πράσινο προϊόν ενός παρόχου να αποδειχθεί τελικά φθηνότερο τουλάχιστον από πολλά από τα κίτρινα τιμολόγια που θα διατίθενται στην αγορά από όλους τους προμηθευτές.

Πότε θα υπάρχει σαφής εικόνα για τις χρεώσεις των προϊόντων;

Για τη σύγκριση των πράσινων τιμολογίων όλων των προμηθευτών, η «ημέρα της κρίσης» είναι η 1η Ιανουαρίου, όταν όλες οι εταιρείες θα αναρτήσουν τις τελικές τιμές του ειδικού προϊόντος τους. Επομένως, από την 1η Ιανουαρίου (και χωρίς τον παραμικρό υπολογισμό), ένας καταναλωτής θα ξέρει με σιγουριά αν το πράσινο τιμολόγιο του προμηθευτή του είναι φθηνό ή ακριβό τον πρώτο μήνα του έτους, συγκριτικά με τα πράσινα προϊόντα των υπόλοιπων παρόχων. Επίσης, έως τις 5 Ιανουαρίου, οι τιμές θα έχουν αναρτηθεί και στο εργαλείο σύγκρισης της ΡΑΑΕΥ.

Όσον αφορά τα κίτρινα τιμολόγια, οι τιμές του Ιανουαρίου 2024 θα «κλειδώσουν» για τα περισσότερα στις 31 Ιανουαρίου και από την 1η Φεβρουαρίου θα ανακοινωθούν από τις εταιρείες. Επομένως, στις αρχές του Φεβρουαρίου θα υπάρχουν συγκεκριμένα τελικά νούμερα, για να αντιπαραβάλει κανείς τις χρεώσεις που είχαν τον Ιανουάριο τόσο τα πράσινα όσο και τα περισσότερα κίτρινα προϊόντα που κυκλοφορούν στην αγορά.

Όπως είναι φυσικό, τα νούμερα αυτά θα αποτυπώνουν τι συνέβη τον Ιανουάριο, χωρίς να προδικάζουν ότι η κατάταξη των εταιρειών (από τη φθηνότερη, στην ακριβότερη) θα είναι ίδια και τον Φεβρουάριο. Στελέχη της αγοράς επισημαίνουν πως θα χρειαστεί περίπου ένα τρίμηνο για να μπορεί να αποκρυσταλλωθεί η εμπορική πολιτική που ακολουθεί κάθε εταιρεία για τα προϊόντα της – είτε τα κίτρινα, είτε το πράσινο.