Ο Βουλευτής Πέλλας της Νέας Δημοκρατίας Λάκης Βασιλειάδης τοποθετήθηκε χθες στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση για το Σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Παιδείας με θέμα: «Ενίσχυση του Δημοσίου Πανεπιστημίου – Πλαίσιο λειτουργίας μη κερδοσκοπικών παρατημάτων ξένων πανεπιστημίων». 

Ο Βουλευτής κατά την ομιλία του αντέκρουσε δύο κεντρικά επιχειρήματα της αντιπολίτευσης που αφορούν τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Συγκεκριμένα, μίλησε για όλους του επιστήμονες με υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα που αναγκάζονται να φύγουν στο εξωτερικό επειδή δεν υπάρχουν αρκετές θέσεις εργασίας στα εγχώρια πανεπιστήμια. Επίσης, αναφέρθηκε στους φοιτητές που δεν καταφέρνουν να περάσουν στη σχολή της αρεσκείας τους και αναγκάζονται να ξενιτευτούν επιβαρύνοντας κατά πολύ τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς αλλά και στερώντας από την χώρα οικονομικούς πόρους. 

Επιπλέον, ο Λάκης Βασιλειάδης πρότεινε να ενταχθεί η Πέλλα στο ακαδημαϊκό και εκπαιδευτικό χάρτη της χώρας, καθώς αποτελεί μια περιοχή που μπορεί να προσφέρει εκπαιδευτικά λόγω της ιστορίας της και της πλούσιας παρακαταθήκης. Επεσήμανε επίσης, ένα δίκαιο κοινωνικό αίτημα των τρίτεκων και πολύτεκνων πολιτών σχετικά με τις μεταγραφές των παιδιών τους στην ίδια πόλη, καθώς όπως σημείωσε  «το κόστος των σπουδών είναι δυσβάσταχτο» και θα πρέπει «μην ισχύουν οι γενικοί περιορισμοί και να επιτρέπεται σε αυτά τα παιδιά να σπουδάσουν στην κοντινότερη πόλη ή στην ίδια πόλη με κάποιο από τα αδέρφια τους».

Ο Βουλευτής κατέληξε στην ομιλία του πως οι συνθήκες είναι πλέον «ώριμες για τη συλλειτουργία του δημοσίου με το ιδιωτικό πανεπιστήμιο, χωρίς η παρουσία του ενός να υποθάλπει τις εργασίες του άλλου», τονίζοντας ότι η ρύθμιση αυτή θα «δώσει ευκαιρίες τόσο σε νέους φοιτητές, όσο και σε ακαδημαϊκό προσωπικό να ανεβάσουν τη χώρα ακόμα πιο ψηλά στον ευρωπαϊκό και στο διεθνή ακαδημαϊκό χάρτη». 

 

Το βίντεο της ομιλίας είναι διαθέσιμο στο σύνδεσμο: 

https://www.youtube.com/watch?v=uOTMka0Y-AY 

 

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της Ομιλίας:

«Κυρία Υπουργέ, αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, το σχέδιο νόμου που συζητάμε φέρνει πραγματικά μια τολμηρή συνολική μεταρρύθμιση στην παιδεία και την ανώτατη εκπαίδευση. Θα έλεγα αποτελεί ένα τολμηρό βήμα μπροστά, το οποίο όμως βασίζεται στη σταθερότητα και τη δυναμική που έχει δημιουργήσει όλα αυτά τα χρόνια η δημόσια εκπαίδευση, το δημόσιο ελληνικό πανεπιστήμιο. Θα ήθελα να σας καλέσω να δούμε το σχέδιο νόμου με τη δέουσα σοβαρότητα, ψυχραιμία και χωρίς παρωπίδες, που βασίζονται μόνο σε στερεοτυπικές αντιλήψεις. 

Επειδή η συζήτηση μέχρι τώρα ήταν μεγάλη και τέθηκαν αρκετά ζητήματα από όλες τις πλευρές, θα ήθελα να εστιάσω σε πολύ συγκεκριμένα ζητήματα ξεκινώντας από το θέμα των μη κρατικών πανεπιστημίων. Θα ήθελα να εστιάσω στο επίπεδο της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Είναι γεγονός, ακατανόητο ίσως, πως στην Ελλάδα υπάρχει από ορισμένους χώρους ένας διάχυτος φόβος προς το ιδιωτικό και ειδικά προς τα μη κρατικά και την ιδιωτική εκπαίδευση, την ίδια στιγμή μάλιστα που λειτουργούν ιδιωτικά σχολεία και κολέγια που παρέχουν υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικές υπηρεσίες. 

Και πού οφείλεται αυτό πρωτίστως; Στο εκπαιδευτικό προσωπικό εγώ θα έλεγα. Το προσωπικό είναι αυτό που κάνει τελικά τη διαφορά στην παροχή εκπαίδευσης υψηλών προδιαγραφών. Θα μου πείτε, ο τρόπος επιλογής προσωπικού είναι αυτός που κάνει τη διαφορά στο δημόσιο πανεπιστήμιο. Και θα ρωτήσω και όλοι αυτοί οι επιστήμονες με υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα, που τελικά δεν παίρνουν μια θέση λόγω του μικρού αριθμού των θέσεων που υπάρχουν, δεν αξίζει να διδάσκουν; 

Δεν θα πρέπει να διδάσκουν, επειδή δεν μπορούν να απορροφηθούν; Και προφανώς δεν μπορούν να απορροφηθούν όλοι. Δεν είναι ρεαλιστικό. Έτσι αυξάνεται λοιπόν το brain drain, η φυγή ανθρώπων με υψηλά προσόντα στο εξωτερικό, γιατί δεν έχουν άλλη επιλογή ή να το πω καλύτερα δεν τους αφήνουμε να έχουν άλλη επιλογή. 

Είναι αυτό δίκαιο, απλά και μόνο επειδή δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι μπορούν να λειτουργήσουν ή να συλλειτουργήσουν τα δημόσια με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στη χώρα; Και γιατί δεν μπορούν να συλλειτουργήσουν; Δεν έχω ακούσει εγώ κάποιο ουσιαστικό επιχείρημα. 

Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι με τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα υποβαθμιστεί το δημόσιο πανεπιστήμιο. Μα, το ίδιο το σχέδιο νόμου ακυρώνει αυτό το επιχείρημα, αφού προσπαθεί μέσω μιας σειράς διατάξεων της πλειοψηφίας αυτού του σχεδίου νόμου να ενισχύσει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Αναβαθμίζει και ισχυροποιεί το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Επίσης, επιτρέπει τα ξενόγλωσσα μαθήματα και προγράμματα σπουδών, ένα αίτημα πολλών χρόνων, δίνοντας ένα τεράστιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στα δημόσια πανεπιστήμια, ενδυναμώνοντας την εξωστρέφειά του. Άρα, το επιχείρημα αυτό δεν έχει βάση. 

Έπειτα έχουμε την πλευρά των φοιτητών και όσων αναγκάζονται να φύγουν έξω, στερώντας και οικονομικούς πόρους από τη χώρα, αλλά και επιβαρύνοντας τους οικονομικούς προϋπολογισμούς ακόμη περισσότερο. Γιατί; Γιατί δεν πέρασαν στη σχολή αρεσκείας τους. 

Ακούμε και επιχειρήματα όπως «αν δεν θέλουμε να φύγουν οι φοιτητές στο εξωτερικό, να καταργήσουμε την ελάχιστη βάση εισαγωγής». Και εδώ πραγματικά απορώ, πώς αυτό το επιχείρημα συνάδει με την ενίσχυση του δημόσιου πανεπιστημίου. 

Οι Πανελλήνιες προφανώς αποτελούν ένα σύστημα διασφάλισης ποιότητας των ίδιων των ιδρυμάτων, αφού εξασφαλίζουν ότι οι εισερχόμενοι φοιτητές, ανάλογα και με τις ανάγκες του τμήματος, έχουν τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα ώστε να μπορέσουν να παρακολουθήσουν την ίδια τη σχολή. Όταν λοιπόν δεν υπάρχει κανένα κριτήριο εισαγωγής, τότε ποια είναι η ποιότητα τελικά που προσφέρει το εκάστοτε ίδρυμα; 

Πώς ενισχύεται η εκπαίδευση όταν ο βασικός πυλώνας, που είναι οι ίδιοι οι φοιτητές, δεν γνωρίζουν ή δεν θα γνωρίζουν τα βασικά που τους έχει προσφέρει η προηγούμενη εκπαιδευτική βαθμίδα; Γιατί η κατάργηση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής αυτό σημαίνει πρακτικά. Εγώ αυτό καταλαβαίνω και όλος ο κόσμος το καταλαβαίνει. 

Έτσι, λοιπόν για να κλείσουμε το κομμάτι των μη κρατικών πανεπιστημίων, θα ήθελα να τονίσω ότι προβλέπεται από το σχέδιο νόμου πως θα μπορούν να εισαχθούν σε αυτά όσοι έχουν περάσει στις Πανελλήνιες συν τα κριτήρια που θα θέσουν τα ίδια τα ιδρύματα, που θα εγκρίνονται από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης. Άρα, θα υπάρχει έλεγχος της ποιότητας των ιδρυμάτων αυτών και θα δίνεται η επιλογή στους υποψήφιους ποιον δρόμο θέλουν να ακολουθήσουν. 

Πριν κλείσω, κυρία Υπουργέ, θα ήθελα να προτείνω ορισμένα σημεία, τα οποία θεωρώ ότι θα βοηθήσουν κυρίως τους φοιτητές, αλλά και το ακαδημαϊκό προσωπικό, για να τα λάβετε υπόψη είτε τώρα είτε αργότερα. 

Αρχικά υπάρχει ένα αίτημα στην κοινωνία κυρίως από τρίτεκνους και πολύτεκνους συμπολίτες μας σχετικά με τις μεταγραφές. Θα πρέπει ειδικά γι’ αυτούς, που το κόστος των σπουδών είναι δυσβάσταχτο πραγματικά, να μεριμνήσουν, ώστε να μην ισχύουν οι γενικοί περιορισμοί και να επιτρέπεται σε αυτά τα παιδιά να σπουδάσουν στην κοντινότερη πόλη ή στην ίδια πόλη με κάποιο από τα αδέρφια τους. 

Και μια τελευταία πρόταση που αφορά τον ακαδημαϊκό χάρτη της Ελλάδας. Πολλές περιοχές που θα επωφελούνταν, εννοώ εκπαιδευτικά και έχουν να προσφέρουν, αυτή τη στιγμή βρίσκονται εκτός του χάρτη. Η Πέλλα είναι μία από αυτές τις περιοχές, με πλούσια ιστορία και με παρακαταθήκη, που θα ωφελούσε νομίζω ορισμένες σχολές είτε Ιστορίας και Αρχαιολογίας είτε Γεωπονίας είτε ακόμα και Τουρισμού. 

Θα μπορούσαν επίσης να ιδρυθούν Κέντρα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης σύμφωνα με το σχέδιο του Υπουργείου, με κάποιο από τα προαναφερόμενα αντικείμενα και έτσι να προσφέρει και η περιοχή μας στην εκπαιδευτική αυτή διαδικασία. 

Κύριε Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι νομίζω ότι πλέον οι συνθήκες έχουν ωριμάσει για μία τολμηρή μεταρρύθμιση σαν κι αυτή στην εκπαίδευση. Είναι ώριμες για τη συλλειτουργία του δημοσίου με το ιδιωτικό πανεπιστήμιο, χωρίς η παρουσία του ενός να υποθάλπει τις εργασίες του άλλου. Θεωρώ πως θα δώσει ευκαιρίες τόσο σε νέους φοιτητές, όσο και σε ακαδημαϊκό προσωπικό να ανεβάσουν τη χώρα μας ακόμα πιο ψηλά στον ευρωπαϊκό και στο διεθνή ακαδημαϊκό χάρτη. Γι’ αυτούς όλους τους λόγους λοιπόν θα υπερψηφίσω το υπό συζήτηση σχέδιο νόμου. 

Ευχαριστώ πολύ».